Αρχική σελίδα

Σάββατο 28 Απριλίου 2018

Django του Κουεντίν Ταραντίνο


                               DJango

               (Ιδιοφυής σάτιρα)












Το γουέστερν είναι ένα κατεξοχήν αμερικάνικο είδος, το οποίο πρόσφερε στην έβδομη τέχνη μερικά αριστουργήματα. Είναι το είδος που μας έδωσε ο αμερικάνικος πολιτισμός, μαζί με το μιούζικαλ και τις γκανγκστερικές ταινίες. Βέβαια, κάθε είδος και κάθε τέχνη έχει και αριστουργήματα και πατάτες. Το μεγάλο γουέστερν μιλάει για ανθρώπινα και κοινωνικοπολιτικά ζητήματα που είναι επίκαιρα ακόμα και σήμερα. Το γουέστερν έδωσε και αντιρατσιστικά αριστουργήματα, αλλά και φιλοφασιστικές πατάτες. ωστόσο, είναι οι μεγάλες ταινίες που τελικά μένουν στο μυαλό. άυτό, λοιπόν, το είδος που έδωσε μερικές από τις καλύτερες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου –κυρίως αμερικάνικες– ξεφτιλίστηκε από τον «καλό» ευρωπαϊκό κινηματογράφο, και ειδικά τον ιταλικό. Χιλιάδες γουέστερν γυρίστηκαν στην ιταλία, αλλά η ιστορία θυμάται μόνο τον Λεόνε. Το ευρωπαϊκό γουέστερν του «καλού» ευρωπαϊκού σινεμά σε αντίθεση με τον «κακό» βιομηχανοποιημένο χολιγουντιανό κινηματογράφο δεν κράτησε τίποτα από τους προβληματισμούς και τα ηθικά διλήμματα των ηρώων των κλασικών γουέστερν. Όλες σχεδόν οι ταινίες καταπιάνονται με ένα μόνο θέμα: Την εκδίκηση. Ένας καλός πιστολάς που κάποιοι κακοί δολοφονούν και βιάζουν την οικογένειά του και βασανίζουν τον ίδιο, στο τέλος παίρνει τα όπλα και τους τσακίζει έναν-έναν. Γνήσιος εμπορικός κινηματογράφος. Καλός, κακός, εκδίκηση, μπαμ - μπουμ, γεια σας. ζήτω η απλοϊκότητα. Ο Σέρτζιο Λεόνε πήρε αυτό το μηδέν περιεχόμενο και με το ιδιοφυές στιλιζάρισμά του το απογείωσε. άναφέρομαι στα: «Για μια χούφτα δολάρια», και «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος», που είναι μια εξαιρετική σάτιρα, ενώ το αριστούργημά του: «Κάποτε στη Δύση», ταινία ασφαλώς πολύπλοκη, πρωτοποριακή και αξεπέραστη, είναι αμερικάνικη. Οι υπόλοιπες θεωρούνται ιταλικές, γιατί στην αυθεντική εκδοχή τους μιλούν ιταλικά.
        Με μια ανεπανάληπτη υπερβολή, μια αποθέωση του τρε-γκρο πλαν, με τη μουσική να αποκτά αυτόνομο πρωταγωνιστικό ρόλο και όχι απλώς να είναι μουσική υπόκρουση, τούτος ο ιδιοφυής στυλίστας με τον μεθυστικό ρυθμό του και το πανδαιμόνιο υψηλής αισθητικής, έπαιρνε απλές ιστοριούλες και τις μετέτρεπε σε οπερατικά έργα. ωστόσο, τα σπαγγέτι γουέστερν του Λεόνε ήταν απλώς μια οπτική διασκέδαση. (Μιλάω πάντα για το «Για μια χούφτα δολάρια» 1 και 2). Ένα υπέροχο περιτύλιγμα, μια γυαλιστερή επιφάνεια που δεν είχε το παραμικρό βάθος.

       Ο Ταραντίνο είναι, φυσικά, ένας πολύ ικανός σκηνοθέτης -όχι βέβαια όπως ο Λεόνε- αλλά σαν σεναρίστας είναι απλοϊκός και επιφανειακός σαν τα ευρωπαϊκά γουέστερν. Όλες του σχεδόν οι ταινίες είναι ταινίες εκδίκησης, απλοϊκές στο περιεχόμενο, χωρίς δηλαδή να αγγίζουν μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, σκηνοθετημένες όμως με άψογο στυλ. Επηρεασμένος σχεδόν από όλα τα είδη κινηματογράφου, σαν γνήσιος σινεφίλ, κάθε του ταινία είναι και ένας φόρος τιμής στο κάθε είδος. Εδώ, δυστυχώς, δεν εμπνέεται από τα μεγάλα γουέστερν της πατρίδας του, αλλά από τα ιταλικά του κιλού. Όμως, επειδή είναι πολύ σπουδαία προσωπικότητα δεν κάνει απλώς μια αντιγραφή. Θα παντρέψει την ιδιοσυγκρασία των σπαγγέτι γουέστερν με τη δικιά του, και θα κάνει μια θαυμάσια ταινία.

     Για πρώτη φορά είδα τον απλοϊκό, εκδικητικό Ταραντίνο, να μετατρέπεται σε πολιτικό Ταραντίνο και να δημιουργεί μια αξεπέραστη σάτιρα ιδιοφυούς σύλληψης και εκτέλεσης. η ιστορία του μαύρου σκλάβου που μετατρέπεται σε τιμωρό και εκδικείται το αφεντικό του και τα τσιράκια του που βασάνιζαν αυτόν, και τη γυναίκα του, αλλά και τους ομοίους του, στα χέρια κάποιου άλλου θα γινόταν ένα ακόμα σαχλό γουέστερν. Είναι τέτοια η δύναμη της πένας του, τόσο ιδιοφυές το χιούμορ του, που μόνο με ανοιχτό το στόμα μπορεί να μείνει κάποιος μπροστά στην εκπληκτική σεκάνς όπου οι φασίστες της Κου-Κλουξ-Κλαν κάνουν την επιδρομή. Ένα απόλυτο ξεγύμνωμα προς τους «τρομερούς πιστολάδες», τους «ατρόμητους υπερασπιστές του έθνους» που σκέφτονται να αναβάλουν το γιουρούσι επειδή δεν
μπορούν να δουν από τις σχισμές που έχουν οι κουκούλες. άπίστευτο σεναριακό εύρημα. Είναι τέτοιος ο συγγραφικός του οίστρος, ώστε κανείς δεν μένει στο απυρόβλητο. Ούτε καν οι δουλοπρεπείς μαύροι που στέκονται σύμμαχοι δίπλα στους βασανιστές της φυλής τους. Φυσικά στην ταινία κυριαρχεί η υπερβολή. άλλά, κάθε σάτιρα είναι υπερβολική. Και αν σαν σεναριογράφος κέντησε, σαν σκηνοθέτης μεγαλούργησε. Και μόνο η ισορροπία που κατάφερε ανάμεσα στο κωμικό και στο τραγικό είναι αξιοθαύμαστη.

Μυθική στιγμή.Ανελέητη και ιδιοφυής σάτιρα που τσακίζει κόκκαλα.Πραγματικά πολύ μεγάλη πένα.






      
 Οι σκηνές ωμού ρεαλισμού στις φυτείες είναι άκρως σοκαριστικές,όπως και οι σκυνές αιματοχυσίας είναι άκρ διασκεδαστικές.Και στην διεύθυνση των ηθοποιών όμως-που είναι και το μεγάλο του προσόν-αποδεικνύεται σπουδαίος μαέστρος.Το δίδυμο Βαλτς-Φοξ είναι τέλεια τοποθετημένο.Ο ένας με την κυνικότητα και την λογοδιάρροια έρχεται σε αντιδιαστολή με το βλμμα και την εσωτερικότητα του άλλου.Αλλά και ο Ντικάπριο δίνει μια σπουδαία ερμηνεία
προσεγμένη στην εντέλεια. Οι κινήσεις, ο τρόπος που καπνίζει, που κάθεται, που περπατάει, που σκέφτεται, είναι ο γνήσιος βλάχικος τρόπος των δουλοκτητών του νότου, και με τα σχεδόν πατσίνικά του ξεσπάσματα προσδίδει και μερικές νότες ψυχοπάθειας. άυτός όμως που αναδεικνύεται πρωταθλητής των πρωταθλητών είναι ο Σάμιουελ Λι Τζάκσον σε έναν εξαιρετικά δύσκολο ρόλο: Ενός γλείφτη, ενός νέγρου αρχισυνεργάτη του μεγάλου αφεντικού που διατάζει να βασανίζονται μαύροι άντρες και γυναίκες. Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε την ερμηνεία του σε 3 μέρη: α) Σωματικά, είναι ένας χοντρούλης ηλικιωμένος, κουτσός, που προκαλεί συμπάθεια, β) Λεκτικά, είναι ένας ξεμωραμένος γέρος, γραφικός και υπερβολικός πολυλογάς, που χρησιμεύει κυρίως για να γλείφει και να διασκεδάζει το αφεντικό του, και γ) εγκεφαλικά, όμως, είναι ένας ευφυής άνθρωπος που καταλαβαίνει τα πάντα γύρω του. Αυτή η συγκλονιστική αντίθεση με τα τρανταχτά του γέλια από τη μία, και τους ψίθυρους και τα βλέμματα από την άλλη, δίνει μια τρομακτική διάσταση στον χαρακτήρα και κάνει την ερμηνεία του άριστη.
 
 
 
 







Η μοναδική αδυναμία του Ταραντίνο σε αυτή την ταινία είναι η έλειψη εγκράτειας, και η απλοϊκή οπτική του στο φινάλε. Μία ταινία που θα μπορούσε κάλλιστα να είχε τελειώσει στο μακελειό του σπιτιού, συνεχίζεται τραβώντας την ιστορία από τα μαλλιά. Στο τέλος, ο Τζάνκο θα πάρει την εκδίκησή του σκοτώνοντας όποιον βρει μπροστά του, θα βρει τη γυναίκα του, και θα πορευτεί εν ειρήνη. Άλλο που δεν θέλει το κοινό που ξεσπάει σε χειροκροτήματα γιατί ακριβώς περιμένει έναν Ράμπο που θα τον απαλλάξει από την φτώχεια χωρίς ο ίδιος να κουνήσει το δαχτυλάκι του. Φυσικά, η δουλεία δεν καταργήθηκε έτσι, αλλά ούτε και καταργείται με αυτόν τον τρόπο. άπαιτείται συλλογική δράση, και όχι ένας τιμωρός πάνω σε άλογο. Το ζευγάρι στο τέλος θα αναχωρήσει, αφού το σύμβολο των δουλοκτητών θα καεί ολοσχερώς.

Το Django μπορεί να μην μπαίνει δίπλα στα μεγάλα γουέστερν του είδους γιατί δεν είναι μεγάλη ταινία. Είναι μεγάλη σκηνοθεσία. Και αρκεί μόνο ένα γεγονός γι’ αυτό: Είναι ο τρόπος με τον οποίο πεθαίνει η αδελφή του αριστοκράτη-δουλοκτήτη. Δείγμα σπάνιου ταλέντου.


Δείγμα σπάνιου ταλέντου. Ο θάνατος της αδερφής του αριστοκράτη δουλοκτήτη



                                         ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ ΠΟΣΤΕΡΣ

 








 

 



 

 
 



 


 


 

 
                                          


















 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου