Αρχική σελίδα

Δευτέρα 30 Απριλίου 2018

ORCA by Ennio Morricone

              

                                          ORCA

                                       (Απειλή και μοναξιά βαδίζουν χέρι χέρι)

                             






Σήμερα θα μιλήσω για το σπαρακτικό αριστούργημα του Έννιο Μορικόνε για την ταινία του 1977 “’Oρκα”. Και θα μου πείτε τι σχέση έχει ένας Ιταλός με την Αμερικανική Τέχνη; Μπορεί ο δημιουργός αυτού του μουσικού έργου να είναι Ιταλός ,όμως η ταινία είναι αμερικάνικη, οπότε το σάουντρακ θεωρείται Αμερικάνικο. Ξεκινάω λοιπόν. Όπως συμβαίνει με μένα η μουσική θα αναλυθεί σαν αυτόνομο άκουσμα  και όχι με το πώς λειτούργησε στην ταινία. Που φυσικά και λειτούργησε αριστουργηματικά. Ωστόσο όταν απομονωθεί ή την ακούσει κάποιος χωρίς να έχει δει την ταινία θα διαπιστώσει αμέσως ότι η ποιότητα δεν χάνεται καθόλου. Εξ ου και τα κομμάτια είναι αριθμημένα και τοποθετημένα στο Σίντι όχι με την χρονολογική σειρά που ακούστηκαν στην ταινία ,αλλά με την σειρά που ταιριάζει στο άλμπουμ. Και επίσης θα καταλάβετε από τους τίτλους που έχει το κάθε θέμα ότι είναι πιο γενικοί με κλασικούς όρους και όχι τόσο συγκεκριμένοι.

 

2 είναι οι πυλώνες, οι  κατηγορίες, οι ενότητες στις οποίες πάτησε ο Μορικόνε. Η πρώτη είναι  το δράμα και η δεύτερη η απειλή. Θα ξεκινήσω με την απειλή και θα τελειώσω με το δράμα.

 

1.Απειλή

Ποιο συγκεκριμένα την βρίσκουμε στα κομμάτια  3 ,5 που είναι και το κορυφαίο αυτής της ενότητας και 8. Οι τίτλοι είναι οι εξής:

Κομμάτι 3: Intermezzo. Μόλις 0:34 διαρκεί ,αλλά είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό απόσπασμα όπου ακούγονται μόνο έγχορδα παίζοντας ένα  light motif ,που αποτελεί απλά μια πρόγευση για το τι θα επακολουθήσει.
 
 


Κομμάτι 5:   The Fight The Victory The Death. Εδώ έχουμε να κάνουμε πραγματικά με έναν εφιάλτη, με μια απόκοσμη απειλή. Ο Μορικονε για να μεγιστοποιήσει αυτήν την ασύμμετρη απειλή και να της δώσει ακόμη πιο εφιαλτικές διαστάσεις επιστρατεύει την ατονικότητα και τα διαβολεμένα έγχορδα που είναι λες και γλιστρούν πάνω σε ξυράφια. Χωρίς ο ρυθμός να είναι καταιγιστικός  ,το αντίθετο μάλιστα ,είναι αργός σαν βασανιστήριο, σαν μια  βρύση που στάζει. Είναι ένα μείγμα μεταξύ Μπάρτοκ –Πεντερέσκι-Ξενάκη -Χρήστου που στα 5:30 που διαρκεί έχει μόνο ένα ανεπαίσθητο διάλειμμα στα 2:30 με σόλο πνευστών. Αμέσως μετά τα έγχορδα εμφανίζονται πάλι σαν καζάνι που κοχλάζει και θα έρθουν σε μια βίαιη αντιπαράθεση με τα πνευστά. Εν συνεχεία θα έχουν πάλι πρώτο ρόλο σε πιο δραματικό ύφος ,αλλά κατόπιν θα αρχίσουν να τσιρίζουν πάλι για να κλείσει επιτέλους αυτός ο κύκλος βίας και αίματος.





Στο κομμάτι 8 Attack And Mistake. Θα έχουμε πάλι αυτόν τον έντονο κύκλο βίας και αντιπαράθεσης όπου νιώθεις τα βιολιά σαν να είναι χιλιάδες έντομα που σου ροκανίζουν το δέρμα.

                       



Και περνάμε στην ενότητα του δράματος όπου το μεγάλο της ατού είναι αυτές οι μελαγχολικές νότες που κατάφερε να βρει ο Μορικόνε και να μας χτυπήσει για μια ακόμη φορά στην καρδιά και στον εγκέφαλο με βαριοπούλα.

1) Orca.    Ένα είναι το βασικό θέμα με την σπαρακτική μελωδία το οποίο θα παραλλαχθεί και  θα δηλώνει ξεκάθαρα  την απώλεια την θλίψη, την μοναξιά, την απόγνωση, τον Θάνατο. Η εισαγωγή έχει μια πολύ χαρακτηριστική μελωδία η οποία αναπτύσσεται έξοχα και τα συναισθήματα που γεννάει γίνονται αμέσως αισθητά στον ακροατή. Πρόκειται σίγουρα για ένα λυπητερό κομμάτι και μια από τις πιο εμπνευσμένες μελωδίες  που έχει συνθέσει ο μαέστρος.





Τώρα αυτό το χαρακτηριστικό θέμα που ακούσατε θα εμφανιστεί και στο αμέσως επόμενο κομμάτι που έχει τον τίτλο Early Ices. “Πρόωρος πάγος”. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια πάρα πολύ σκοτεινή εισαγωγή ,εφιαλτική, απειλητική που όμως ελλοχεύει  μέσα της τον πόνο και την μοναξιά. Στα 0:18 δευτερόλεπτα το βασικό θέμα θα παιχτεί μόνο από ένα όργανο και για ελάχιστα δευτερόλεπτα. Δυστυχώς ο ήχος δεν είναι τόσο καλός ώστε να καταλάβω ακριβώς πιο όργανο είναι, -γι’ αυτό καλό είναι να γίνονται επανεκτελέσεις ορισμένων σάουντρακ από σπουδαίες  ορχήστρες με πολύ προσοχή στην ενορχήστρωση όπως κάνει η εταιρεία Tadlow με την φιλαρμονική της Πράγας- αλλά πιστεύω ότι πρόκειται για ένα είδος φλάουτου. Αμέσως με τις ελάχιστες αυτές νότες αισθανόμαστε πάλι την μοναξιά να τρυπάει τα κύτταρά μας. Η μελωδία αυτή  θα διακοπεί από  τα έγχορδα που πραγματικά θα σχίζουν την ατμόσφαιρα σε πολύ αργό ρυθμό. Το βασικό θέμα θα επανέλθει πάλι στα 0:27 ξανά από το ίδιο όργανο. Εν συνεχεία το βασικό θέμα ερμηνευμένο πάντα από ένα όργανο θα περνάει ή μπροστά με τα έγχορδα από πίσω να απειλούν να το εξαφανίσουν ή θα γίνεται δευτερεύον με τα έγχορδα να παίρνουν το πάνω χέρι. Στο 1:00 η μελωδία θα χαθεί. Τα έγχορδα  τα οποία θα ερμηνεύσουν ένα νέο θέμα ακούγονται αποπνικτικά ενώ θα συνοδευτούνε από κοντραμπάσα που θα παίζουν πολύ χαμηλά δημιουργώντας έτσι μια ασφυκτική ατμόσφαιρα. Προσέχτε να δείτε τώρα στην ταινία πως λειτουργεί αυτό. Όλη αυτή η υπόγεια απειλή δεν είναι τίποτε άλλο από τον πρόωρο πάγο που απειλεί το καράβι μιας και η Όρκα τους τραβάει προς τον βόρειο Ατλαντικό. Και το βασικό θέμα παιγμένο μόνο από  ένα πνευστό αντικατοπτρίζει την μοναξιά του ανθρώπου μπροστά στο αχανές τοπίο. Και ο Μορικόνε παρόλο που είναι εξαιρετικός μέσα στην ταινία ,είναι και εξαιρετικός έξω κι απ’ αυτήν, πράγμα το οποίο είναι πάρα μα πάρα πολύ δύσκολο.

                                       

      
Το επόμενο κομμάτι που θα ακουστεί το βασικό θέμα είναι το  “Dialoguing The Memories” και ότι και να πούμε για την έμπνευση αυτή  θα είναι λίγο. “Διάλογος με τις αναμνήσεις” και αυτό το κομμάτι μπορεί να συνοδεύσει την οποιαδήποτε στιγμή που αναμετριόμαστε με το παρελθόν μας. Ένα παρελθόν γεμάτο λύπη, αποτυχία και πόνο. Η ενορχήστρωση “θεία” .Ουράνια. Το “θέμα” ερμηνεύεται από μια σοπράνο!!!Αλλά ο Ιταλός για να το κάνει ακόμη πιο τραγικό, έχει βάλει σαν αντίστιξη βιολιά να το συνοδεύουν ,τα οποία κάνουν την ατμόσφαιρα ακόμη πιο ασήκωτη.! Σας αφήνω να το απολαύσετε.
    

                
Το “Θέμα” θα το ξανακούσουμε στο κομμάτι 7  “Nocturne For A Remorse”.Μετά τα πρώτα σκοτεινά είκοσι δευτερόλεπτα η βασική μελωδία θα παιχτεί από ένα όμποε που είναι συνώνυμο του ρομαντισμού και της ηρεμίας. Εδώ, γιατί όντως είναι “νυχτερινό”, -δεν είναι τυχαίος αυτός ο τίτλος- θα έχουμε το εξής χαρακτηριστικό. Τα έγχορδα που το συνοδεύουν είναι δεμένα μαζί του αρμονικά και όχι αντιστιτικά και έτσι το θέμα εκεί που είχε καταθλιπτικές διαστάσεις γίνεται αυτομάτως ρομαντικό. Ότι πρέπει για ήρεμη βραδιά με κρασάκι.


   
Πάλι στο κομμάτι 9 “Openning And Encounter” ακούμε το βασικό θέμα σε μια διαλεκτική σχέση μοναξιάς και απειλής όπως στο Early Ices. Εδώ όμως υπάρχουν άλλα τεχνικά χαρακτηριστικά. Το θέμα είναι πρωτεύων και παίζεται όχι από φλάουτο, άλλα από όμποε. Έτσι μπροστά έχουμε να κάνουμε με μια τρυφερότητα. Από πίσω όμως αρχίζει να δημιουργείται ένα βουητό το οποίο όλο και θα μεγαλώνει. Και αυτή η διαλεκτική σχέση  ανάμεσα σε απειλή και ρομαντισμό θα βγάλει  αποτέλεσμα ισόπαλο. Δεν ξέρουμε τι θα γίνει. Ποιος θα επικρατήσει. Θα το μάθουμε στα επόμενα δυο και τελευταία κομμάτια όταν το “θέμα” θα πάρει και τις πραγματικές του διαστάσεις.



Arrival At The Pole. Πρόκειται για το κορυφαίο θέμα του σιντί και ένα από τα καλύτερα στην ιστορία του κινηματογράφου. Αυτό το 8λεπτο κομμάτι δεν έχει μόνο όλη την ουσία του σάουντρακ ,αλλά προχωρά ένα βήμα παραπέρα μιλώντας μας για την απώλεια και τον θρήνο. Ακούμε το βασικό  θέμα όπως το ακούσαμε στην αρχή. Όπως πραγματικά είναι. Μια μελαγχολική, δραματική μελωδία η οποία θρηνεί. Στην ταινία όμως δεν ξέρουμε τι θρηνεί. Θρηνεί την απώλεια της οικογένειας της Όρκα, ή τον άνθρωπο κυνηγό, ο οποίος μπορεί να σκοτωθεί στο κυνήγι της φάλαινας. Αυτή η συγκεκριμένη μουσική μας προϊδεάζει ότι το τέλος δεν είναι καλό. Λοιπόν επανερχόμαστε στο κομμάτι. Το ακούμε έτσι όπως το ακούσαμε στην αρχή. Από πλήρη συμφωνική ορχήστρα και όχι μόνο από ένα όργανο. Και όπως το “θέμα” πάει να τελειώσει κανονικά στα τρία λεπτά, ο Μαέστρος για να το αναπτύξει ακόμη περισσότερο θα βάλει στην νέα στροφή την σοπράνο να το  ερμηνεύει όπως έκανε στον “διάλογο με τις αναμνήσεις”. Και έτσι αποκτάει τιτάνιες διαστάσεις. Η θλίψη και ο θρήνος δεν λένε να τελειώσουν. Είναι όμως τόσο μεθυστική η μελωδία του που δεν χορταίνεις να την ακούς. Και όταν τελειώνει και η σοπράνο ξαναρχίζει πάλι με περισσότερες δυναμικές και με το δευτερεύον θέμα από κάτω ακόμη πιο έντονο. Σαν ένα διάλογο μεταξύ τους. Ρωτάει το πρωτεύον θέμα απαντάει  δευτερεύον. Και κάπου εκεί στο 6:36 το κομμάτι θα απογειωθεί. Τα βιολιά θα ερμηνεύσουν την βασική μελωδία  πιο ψηλά. Έτσι ο θρήνος γίνεται δυσβάσταχτος ατελείωτος.


Και περνάμε στο φινάλε. Όπου έχουμε πάλι το “θέμα” ανεπτυγμένο ένα λεπτό περισσότερο απ’ ότι το ακούσαμε στην αρχή και ο λόγος είναι ότι αυτό γίνεται για να γίνει πιο τραγική η σύνθεση καθότι τα βιολιά παίζουν πιο ψηλά απ’ ότι στην πρώτη ακρόαση. Το τραγικό ολοκληρώθηκε. Ποιον όμως θρηνεί η μουσική; Τον θύτη ή το θύμα; Εδώ είναι το ζουμί και εδώ ο Μορικονε δια μέσου της μουσικής φιλοσοφεί εξαιρετικά. Και τους δύο. Γιατί και οι δυο είναι ένα και το αυτό. Η Όρκα νίκησε. Σκότωσε τον κυνηγό της. Αυτόν που είχε σκοτώσει την οικογένειά της. Όμως μένει μόνη στο απέραντο γαλάζιο. Δεν υπάρχει χαρά γι’ αυτή. Είναι χαμένη. Η εκδίκηση δεν της πρόσφερε καμία χαρά. Η μουσική θρηνεί άνθρωπο και κτήνος σε αυτό  το μουσικά  διαλεκτικό αριστούργημα. Και όσα η ταινία δεν μπορεί να μας πει λόγω μέτριας σκηνοθεσίας μας τα λέει ο Μορικόνε με το έργο του.



. Και πως καταλαβαίνουμε πως άνθρωπος και κτήνος θύτης και θύμα κυνηγός και θήραμα είναι ένα και το αυτό; Και οι δυο τραγικές φιγούρες και οι δυο σκιές που μοιάζουν σαν κουκίδες μπροστά στο απέραντο λευκό τοπίο; Από το τραγούδι. Το καλύτερο τραγούδι που έχει γράψει ο Μαέστρος και που ο τίτλος του τα λέει όλα!!! We are one!!! Εσύ κι εγώ είμαστε ένα!!! Καλή ακρόαση!!!
 
 
 
Και αφού το απολαύσατε σαν αυτόνομη ακρόαση δείτε πως ταιριάζει με το συννεφιασμένο κλίμα της ταινίας
 
 


Τέλος στο σιντί υπάρχει και ένα Τζαζ κομμάτι το οποίο δεν το ανάφερα γιατί ακούγεται ξεκομμένο από το υπόλοιπο έργο και δεν είναι κάτι σημαντικό.

Επίσης το σιντι κυκλοφορεί σε δυο εκδόσεις. Μια χωρίς το τραγούδι  και μια με το τραγούδι.. Φυσικά προτιμήστε την δεύτερη έκδοση.



 

Κυριακή 29 Απριλίου 2018

1978

 

 

 

                        Η ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΑΟΥΝΤΡΑΚ

 


 1978:Η ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΑΟΥΝΤΡΑΚ


Αμερική:  Σκορ στρατόσφαιρας έκανε ο Williams το 76 με το Jaws, με σκορ στρατόσφαιρας απάντησε ο Goldsmith  το 77, με σκορ στρατόσφαιρας, ανταπάντησε πάλι ο Williams που άλλαξε την μουσική της κινηματογραφικής ιστορίας και έκανε την μάζα να αγαπήσει τον πλούσιο συμφωνικό ήχο, μιας και μέχρι την έλευση του Titanic το Star Wars ήταν το πιο εμπορικό σάουντρακ όλων των εποχών. Τι να πρωτοπεί κάνεις γι’ αυτό το τιτάνιο σκορ που πάτησε στην μουσική φιλοσοφία του Βάγκνερ και έγραψε ιστορία. Πλέον κάθε χαρακτήρας θα έχει το δικό του θέμα, κάθε κόσμος το δικό του μουσικό ύφος. Ανεπανάληπτος πλούτος θεμάτων, έρωτας, περιπέτεια, πόλεμος, για μια ακόμη φορά όλα λέγονται στις παρτιτούρες του Williams, ο οποίος αυτή την χρονιά βρέθηκε έτη φωτός μπροστά από τους υπόλοιπους. Όπως ο Goldsmith μας τρέλανε πέρυσι με δυο εξωπραγματικά σάουντρακ, έτσι φέτος ο Williams  ανταποδίδει. Αν το Star wars είναι ένα σκορ σταθμός, που περιέχει τα πάντα στην χρωματική του παλέτα, που λέει μια ιστορία από μόνο του, που πάλι στην θρυλική  ουβερτούρα περιγράφεται όλη η ταινία , που ονειρευόμαστε μαζί με τον Λουκ  ένα καλύτερο αύριο ακούγοντας το θέμα της δύναμης, που ερωτευόμαστε την πριγκίπισσα Λεία  με ένα απερίγραπτο love theme που ψυχογραφεί άριστα τον χαρακτήρα της, που παλεύουμε μαζί με την αντίσταση τις δυνάμεις της αυτοκρατορίας με ανεπανάληπτα action -cues που αγωνιάμε για την τελική μάχη μαζί με την ορχήστρα που στο τέλος παίρνει ρυθμό κανονιοβολισμού με τα κύμβαλα να σφυροκοπούν την αυτοκρατορία σαν βόμβες, και που στο φινάλε παρελαύνουμε θριαμβευτικά με την φανφάρα να μας θυμίζει το καινούργιο κόσμο από την 9 συμφωνία του Ντβόρζακ,  άλλο τόσο είναι και το Close Encounters of the Third Kind ένα νέο μνημείο κινηματογραφικής μουσικής. Μια απόκοσμη ,διαστημική μουσική, θα έλεγε κανείς, τρομακτική, απειλητική που όμως ολοκληρώνεται, επιβραβεύοντας το πείσμα και την εμμονή του ηρώα βάζοντας το θέμα να κλείσει πανηγυρικά με ένα ολοκληρωτικό λυρισμό που σε συγκλονίζει. Θεωρώ αυτό το σκορ μέσα στην ταινία πιο σπουδαίο από το Star wars. Και αυτό γιατί στην τελική σκηνή η μουσική δεν περνάει σε δεύτερο πλάνο αλλά έχει ουσιαστικό λόγο παίζοντας καθοριστική σημασία στην πλοκή της ταινίας. Τούτος ο μεγαλοφυής, πραγματικά και λίγα λέω, διάλογος ανάμεσα σε ανθρώπους και εξωγήινους οι οποίοι καταφέρνουν και συνεννοούνται δεν γίνεται μέσω μαθηματικών νοημάτων ή οτιδήποτε άλλων. Η συμπαντική συνεννόηση ανάμεσα σε δυο τελείως διαφορετικούς πολιτισμούς γίνεται μόνο μέσω της μουσικής!!! Πραγματικά είναι κάτι ανατριχιαστικό να το σκεφτεί κανείς και πόσο μάλλον να το ακούει, όταν αυτές οι 5 νότες ,το ξαναλέω οι 5 μόνο νότες, μετατρέπονται  χάρις την φαντασία και την μεγαλοφυΐα του Williams, αλλά και του Σπίλμπεργκ που το σκέφτηκε έτσι, σε μια απίστευτη σεκάνς. Ένας διάλογος με μια εξωγήινη νοημοσύνη που ξεκινάει δειλά από ένα “Γεια σου”, συνεχίζεται σε χειραψία, περνάει από την αμήχανη σιωπή, τα λίγα λόγια, το αδέξιο χαμόγελο και καταλήγει σε μια φλυαρία σαν να λέει “Που είσαι ρε φίλε; Εσύ είσαι τελικά; Χαθήκαμε ρε. Άσε που να στα λέω” και αρχίζει το κρεσέντο και η λογοδιάρροια της ορχήστρας . Πραγματικά αυτό που έγινε και μόνο σε αυτή την σκηνή δεν έχει προηγούμενο μα και επόμενο. Αν έκρινα με βάση την συνεισφορά στην ταινία τότε το Close Encounters of the Third Kind είναι στην πρώτη θέση. Επίσης και η τρίτη δουλειά του το Black Sunday είναι κι αυτή εξαιρετική, παρόλο που είναι πιο συμβατική. Το αντίπαλο δέος ο Goldsmith δεν έπεσε αμαχητί. Πέντε σκορ έδωσε όχι όλα καλά, αλλά το Capricorn One είναι ένα αριστούργημα. Επίσης πολύ ενδιαφέρον έχει και το Damnation Alley ενώ το Twilight's Last Gleaming πατάει πάνω στο περσινό The Cassandra Crossing, αλλά το παρακάνει με την ατμόσφαιρα και δεν λέει να εξελιχθεί. Τέλος το Islands in the Stream και ο MacArthur έχουν δύναμη μόνο σε ένα θέμα ,ενώ σαν ολότητες κουράζουν. Και πάμε στον τρισμέγιστο και γερόλυκο Miklos Rozsa  που παρέδωσε δυο σκορ!!!Την δεκαετία του 50 και του 60 όλος ο σαουντρακικός πλανήτης περίμενε με κομμένη την ανάσα τις επόμενες δουλειές. Ακμή όμως και παρακμή είναι κάτι σίγουρο στην ζωή ενός καλλιτέχνη όταν διανύει μια πορεία 40 ετών. O Miklos Rozsa  έζησε την εποχή του. Για δυο δεκαετίες ήταν κυρίαρχος. Τώρα παραδίδει σιγά σιγά την σκυτάλη στους διαδόχους του. Το φιλμ Providence του σπουδαίου Άλε Ρενέ μας μιλάει για έναν ετοιμοθάνατο συγγραφέα  και το τελευταίο του βιβλίο. Εντυπωσιακό θέμα και η μουσική του Rozsa προσεγγίζει το δράμα με δυο θέματα. Το ένα είναι ένα μελαγχολικό και σκοτεινό βαλς και το άλλο είναι ένα δυναμικό λυρικό θέμα, σαν αυτά που μας έχει συνηθίσει ο μέγιστος τότε που υπέγραφε τα ιστορικά έπη. Λαμπρή ιδέα από τον τιτανομέγιστο, και όλο το υπόλοιπο σκορ έχει αυτή την μυρωδιά του θανάτου στην ατμόσφαιρα. Ακόμη και κάποια κρεσέντο της ορχήστρας που είναι έτοιμη να εκραγεί και λες “Μα κι εδώ θα ακούσω άλογα να καλπάζουν και στρατιώτες να πολεμούν; “ είναι συγκρατημένα και στοχευμένα στον χαρακτήρα και την πλοκή του έργου. Εξαίρετο έργο, μα κάπου νιώθεις πως δεν του ταιριάζουν τέτοια έργα. Το δεύτερο φιλμ The Private Files of J. Edgar Hoover  που μας μιλάει για τον διαβόητο Edgar Hoover,  δεν μπορώ να εχω σωστή κρίση γιατί δεν έχω δει την ταινία πρώτον και δεύτερον το σιντί που εχω έχει μια τραγική ηχογράφηση. Μετά από πολλή προσπάθεια που έκανα διαπίστωσα πως η μουσική είναι υπέρ το δέον περιγραφική χωρις καθαρές μελωδίες και πατάει πολύ στις γνωστές μανιέρες του Rozsa. Ίσως αν υπάρξει κάποια στιγμή μια νέα αξιοπρεπή εκτέλεση το έργο να δείξει τι ακριβώς είναι. Από έναν Ούγγρο με αμερικάνικη υπηκοότητα περνάμε σε έναν αυστριακό με επίσης αμερικάνικη υπηκοότητα. Τον σπουδαίο Ernest Gold που με το Cross of Iron ,άλλη μια αριστουργηματική ταινία από τον Σαμ Πέκνιπα, συνθέτει μια πολύ καλή μουσική με ένα από τα χαρακτηριστικότερα θέματα στην ιστορία του κινηματογράφου, το μυθικό θέμα του Στάινερ, αλλά ως γνωστόν οι ταινίες του Σαμ είχαν ένα ιδιαίτερο ύφος που δεν επέτρεπε στον συνθέτη να είναι ιδιαίτερα αυτόνομος μιας και ο σκηνοθέτης ήταν αρκετά κομπλεξικός σαν άνθρωπος και δεν ήθελε η μουσική να βγαίνει πάνω από την ταινία. Αφήνουμε τον Αυστροαμερικάνο και πάμε σε έναν Αμερικανοαργεντίνο. Τον Lalo Schifrin και τα δυο του σκορ. Το Telefon του Ντον Σήγκελ με Τσαρλς Μπρόνσον έχει μια βλοσυρή μουσική, φουλ συμφωνική μακριά από τις μοντέρνες ενορχηστρώσεις του πιο πολύ ατονική και απρόβλεπτη με έμφαση στο σασπένς και την ατμόσφαιρα. Στο Rollercoaster μια ταινία για έναν ψυχοπαθή που ανατινάζει τρενάκια του Λούνα Παρκ ζητώντας λύτρα, επιστρέφει στις φανκοτζάζ ενορχηστρώσεις του αλλά και την αυτούσια συμφωνική μουσική. Ιδιαίτερη μουσική πάρα πολύ γοητευτική σαν άκουσμα, απρόβλεπτη και γεμάτη. Συνεχίζουμε με βαριά συμφωνικά σκορ και περνάμε στο The Island Of Dr Moreau του Laurence Rosenthal ένα καταπληκτικό συμφωνικό σκορ αρκετά ατμοσφαιρικό μεν αλλά και επικό, που θυμίζει αρκετά Goldsmith στα πολύ καλά του. Η ταινία δυστυχώς πάτωσε και πήρε σβάρνα και τη μουσική. Αξίζει κάποιος να δώσει τον χρόνο του προκειμένου να ανακαλύψει αυτό το σπουδαίο συμφωνικό σάουντρακ . Ακόμη ένα σπουδαίο συμφωνικό σάουντρακ έχουμε  από τον Gil Melle όπου στο The Sentinel ζωγραφίζει. Επρόκειτο για ένα φιλμ τρόμου με μια μοντέλα που βρίσκει να μείνει σε ένα διαμέρισμα που κρύβει ένα φρικαλεώδες μυστικό. Απίστευτα περίπλοκο σκορ, συμφωνικό και μυστηριώδες. Μπορεί να ακούγεται παράξενο για το ύφος της ταινίας αλλά στο παρά πέντε έχασε την υποψηφιότητα αφού όλοι έμειναν άφωνοι με το σκορ. Το μουσικό ύφος δανείζεται πολλά από τους Πολωνούς πειραματιστές Λυτοσλάφσκι ,Πεντερένσκι, Γκορένσκι, αλλά και από τον δικό μας τον Χρήστου με ακαταλαβίστικες μελωδίες, απρόσμενα ξεσπάσματα, εκκωφαντική χρήση κρουστών ,εφιαλτικά έγχορδα, απόκοσμους ήχους, παράξενα χορωδιακά, εμβόλιμα πιάνα από το πουθενά και ένα σωρό άλλες εκπλήξεις. Μέγιστο δείγμα παρανοϊκής μουσικής.  Συνεχίζουμε με επιστροφή στην μελωδία και με μια ακόμη καταπληκτική δουλειά του Michael Small το Audrey Rose. Ατμοσφαιρικό, συμφωνικό σκορ από τον Small, πολύ ταιριαστό σ’ αυτό το τρομακτικό φιλμ με θέμα τη μετεμψύχωση. Η μουσική έχει έντονη μελωδικότητα λόγω του κεντρικού χαρακτήρα που είναι ένα κοριτσάκι 14 ετών. Ελαφραίνουμε λίγο την κατάσταση με John Cacavas και το Airport '77 που συνθέτει στα πλαίσια του άψογου προηγούμενου σκορ του για τη σειρά. Δίνει τον κοσμοπολίτικο αέρα αλλά και την αγωνία και τη δράση που απαιτεί αυτή η all star cast ταινία με λαμπρά αποτελέσματα. Ακόμη σε πιο ελαφριά μονοπάτια όμως με τις ίδιες ποιότητες που διέπουν και τα συμφωνικά σκορ του 1977. Αριστουργηματικό Τζαζ σκορ ,από τον Jerry Fielding στο The Gauntlet του Κλιντ Ίστγουντ.  Κάτι εκλάμψεις, κάτι σολαρίσματα, κάτι εμπνεύσεις, κάτι σαξόφωνα, κάτι τρομπέτες  ….Άστο σου φεύγει το φρύδι και γίνεται φτερό στον άνεμο. Στο Demon Seed όμως σοβαρεύουν τα πράγματα. Ταινία της αμφιλεγόμενης μορφάρας Ντόναλντ Κάμελ με την Τζούλι Κρίστι να συνουσιάζεται με έναν  διαβολικό κομπιούτερ...ουαου! Ο Fielding που έκανε το σκορ, παρέδωσε μια πολύ ιδιαίτερη δουλειά που φανερώνει την ευελιξία του να δουλεύει με ότι θέμα γούσταρε. Ατονική, δυσοίωνη μουσική από τον σπουδαίο συνθέτη. Αξιόλογο σκορ που λειτουργεί εξαιρετικά στην ταινία μα και σαν αυτόνομο άκουσμα έχει την δικιά του γοητεία χάρις τις απρόβλεπτες εκρήξεις της ορχήστρας. Δεν έχετε λεφτά για ορχήστρα; Δεν πειράζει, κανένα πρόβλημα. Με ένα βιολί, σαξόφωνο,  ντραμς και φωνή μπορείτε να γράψετε ένα αριστούργημα όπως ο Donald Rubinstein στην ταινία Martin. Ο νεαρός Μάρτιν σίγουρα είναι επικίνδυνα διαταραγμένος και πιστεύει ότι είναι βρυκόλακας που διψάει για αίμα σ’ αυτό το μικρό αλλά εξαιρετικά φτιαγμένο φιλμ του George Romero. Ο Donald Rubinstein που έγραψε το σκορ δεν είχε τα μέσα λόγω budget αλλά κατάφερε να δημιουργήσει ένα πολύ ταιριαστό σκορ πάνω στην καταδικασμένη περσόνα του δύστυχου Μάρτιν. Ιδιαίτερα αυτό το πένθιμο βασικό θέμα με το φλάουτο το πιάνο και τη γυναικεία φωνή έχει μείνει σαν ένα από τα πιο ατμοσφαιρικά μουσικά θέματα στο σινεμά τρόμου.Πίσω στην τζαζ με Marvin Hamlisch και Τζειμς Μποντ. Στο The Spy Who Loved Me ο συνθέτης χάραξε τον δικό του δρόμο μακριά από την υφή  του John Barry. Πιο ελαφρύ, πιο κοσμοπολίτικο, πιο smoothie,αλλά και πιο απλοϊκό  κάποιοι είπαν ότι δεν ταιριάζει καθόλου για Μποντ φιλμ και είχαν δίκιο. Σαν άλμπουμ όμως οι εραστές της ελαφριάς μουσικής θα το ερωτευτούν. Και κλείνουμε με ένα αριστούργημα επιθετικής μουσικής που αποτελεί το πρώτο μέρος  μιας άτυπης τριλογίας του Leonard Rosenman, που θα φτάσει στο απόγειο της τον επόμενο χρόνο με το καρτούν Lord Of The Rings και θα κλείσει επικά με το Prophecy το 1979. Ο λόγος για το The Car που είναι από τις  ταινίες εκείνες που αποκτούν αξία με το πέρασμα των χρόνων. Το The Car έδωσε την δυνατότητα στον σπουδαίο Leonard Rosenman να χρησιμοποιήσει με εντυπωσιακό τρόπο ένα από τα πλέον γνωστά θέματα στην ιστορία της μουσικής, τον γρηγοριανό ύμνο Dies Irae Dies Illa (που δύο χρόνια αργότερα θα έκανε ακόμα πιο διαβόητο η χρήση του από την Wendy Carlos στο THE SHINING του Kubrick). Το σκορ του Rosenman υποστηρίζει την ιστορία ενός τρομακτικού αυτοκίνητου που σπέρνει τον όλεθρο σε μια κωμόπολη της Αμερικής χωρίς να φαίνεται να έχει οδηγό. Το σκορ έχει μια φρενήρη δύναμη στη σειραϊκή του δομή που πραγματικά απογειώνει κάθε σκηνή στην οποία ακούγεται ενώ η χρήση του στους τίτλους του τέλους της ταινίας δημιουργεί αμφιβολίες για το φαινομενικά ευοίωνο φινάλε. To The Car μαζί με το Lord Of The Rings και το  Prophecy αποτελούν μια αριστουργηματική χρυσή τριλογία για τους λάτρεις του συνθέτη και είναι ίσως από τα κορυφαία δείγματα της σειραϊκής -ατονικής επιθετικής και εκκωφαντικής μουσικής. Πλέον τέτοια σκορ δεν γίνονται γιατί όπως καταλαβαίνετε μια τόσο τολμηρή προσέγγιση ενοχλεί τον σύγχρονο θεατή που έχει μάθει η μουσική να είναι τόσο διακριτική που να μοιάζει αόρατη.





Αγγλία: Πολύ μεγάλη χρονιά για τους Άγγλους με σπουδαία σάουντρακ. Ξεκινάμε με το   EQUUS του Richard Rodney Bennett στηριγμένο στο θεατρικό του Πίτερ Σάιφερ και σκηνοθετημένο από τον Σίντνεϊ Λιούμετ με πρωταγωνιστή τον Ρίτσαρντ Μπάρτον, όπου ένας ψυχίατρος ερευνά την βάναυση τύφλωση 6 αλόγων. Με τέτοιο θέμα και τέτοιους συντελεστές μην περιμένετε κάτι λιγότερο από αριστουργηματική μουσική. Μπορεί να είναι 20 λεπτά το σκορ αλλά είναι τόσο γεμάτο και τόσο επιβλητικό που πραγματικά μιλάμε για κατόρθωμα. Αρχοντικό και υποβλητικό, συναρπαστικό όποτε ακούγεται στην ταινία, φανερώνει την αξία του σπουδαίου Bennett ο οποίος έδωσε περισσότερο έμφαση στα τσέλα και θυμίζει Μπαχ!!! Ο ίδιος ο συνθέτης δούλεψε και σε μια γαλλική ταινία με τον Μισέλ Πίκολι το L'imprécateur και κινήθηκε πάλι σε πολύ υψηλά επίπεδα δημιουργώντας μια σκοτεινή ατμόσφαιρα με βαριά δραματική διάθεση σε ένα σκορ που απλώνεται σε δυο σουίτες. Δύσκολη, ατονική και ζοφερή μουσική. Πάμε στον επικό John Scott με το The People That Time Forgot ένα μέτριο μπλοκμπάστερ της εποχής με κακά εφέ είναι μεγαλοπρεπής και επικός αν και τα μικρά θέματα του άλμπουμ  δεν αφήνουν την μουσική του να εξελιχθεί σε όλο της το εύρος. Στην ταινία είναι φυσικά συγκλονιστικό. Σε φοβερή χρονιά βρέθηκε και ο John Addison καταθέτοντας δυο συμφωνικά σκορ λαμπρά στην δομή και την υφή τους. Το έξοχο  παλιομοδίτικο, πολεμικό  A Bridge Too Far και το Joseph Andrews με semi-baroque πινελιές που αποτελεί ριμέικ της ταινίας του 1963 Tom Jones για την οποία ο  Addison είχε πάρει το Όσκαρ μουσικής. Πρώτο σκορ στην καριέρα του Colin Towns ενός εξαιρετικού  συνθέτη που μαζί με τον Michael J. Lewis αποτελούν μια δυάδα που ελάχιστες δουλειές τους κυκλοφορούν. Ο  Towns λοιπόν γράφει μουσική για την ταινία  Full Circle ένα ενδιαφέρον φιλμ τρόμου του Ρίτσαρντ Λόνκρειν με την Μία Φάροου που μετά το θάνατο της κόρης της αρχίζει να βλέπει παράξενα πράγματα. Μελαγχολικό και μελωδικό σκορ από τον συνθέτη με ευρηματική ενορχήστρωση και άκρως ατμοσφαιρικό. Περνάμε στο νούμερο ένα όνομα την εποχή εκείνη, τον John Barry που κατέθεσε τρεις δουλειές. Την υποβλητική περιπέτεια τρόμου The Deep, την καθαρόαιμη περιπέτεια γουέστερν με τον Τσαρλς Μπρόνσον The white buffalo και το ρομάντζο First Love. Στις δυο πρώτες περιπτώσεις ενώ έχουμε ταινίες που προσφέρουν στον συνθέτη για να γράψει μια σύνθετη και γεμάτη μουσική  ο Barry όπως πάντα μένει πιστός στην φιλοσοφία του. Σχολιάζει ελάχιστα πράγματα, μένει πιστός στην μελωδία μέχρι τέλους και δεν ανεβάζει τον ρυθμό ποτέ. Περιγράφει όπως πάντα τα τοπία και την γενική ιδέα της ταινίας αλλά και τα δυο έργα φαντάζουν ανολοκλήρωτα και νιώθεις ότι εκτείνονται σε πολύ μικρό καμβά. Ενώ οι καμβάδες που χρωματίζουν μουσικά οι Williams ,Goldsmith είναι τεράστιοι και καλύπτουν όλο το φάσμα μιας ανθρώπινης περιπέτειας ο Barry κινείται σε εντελώς αντίθετο δρόμο πράγμα που καταντά ενοχλητικό. Καμία έκπληξη στις ενορχηστρώσεις, καμία τόλμη στην μελωδική γραμμή, κανένα ξέσπασμα στην ορχήστρα, καμία παραφωνία. Ωραία βέβαια σάουντρακ αλλά μέχρι εκεί. Δηλαδή πραγματικά απορώ γιατί απορρίφθηκε η μουσική του David Shire στο The white buffalo. Δεν την εχω ακούσει αλλά φαντάζομαι ότι ο συνθέτης απ’ αυτά που μας έχει δείξει τα πηγαίνει περίφημα σε τέτοιου είδους ταινίες. Τέλος πάντων… Στο First Love εντάξει είναι εξαιρετικός. Μελωδία που τσακίζει κόκκαλα λυρισμός και ευαισθησία. Σε αυτά δεν τον φτάνει κανείς. Μπορεί στην ταινία να χρησιμοποιήθηκαν μόνο 8 λεπτά  με την δικαιολογία ότι ήταν πολύ ώριμη, χαχα που τη βρήκαν αυτή την δικαιολογία) αλλά στο άλμπουμ είναι απολαυστικός. Επίσης έχουμε την πρώτη  ταινία στην καριέρα του Ρίντλευ Σκοτ. Ο λόγος για το  The Duellists και την  ιστορία των δύο τρελαμένων αξιωματικών του Ναπολέοντα που κυνηγούν ο ένας τον άλλον με ατελείωτες μονομαχίες στο πέρασμα των χρόνων. Ο Howard Blake υπογράφει την μουσική και δημιουργεί ένα εξαιρετικό σάουντρακ με ένα αξέχαστο κυρίως θέμα. Ανεβάζουμε στροφές με το Candleshoe ένα χαριτωμένο φιλμάκι της Ντίσνευ με  υπέροχο καστ. Στην μουσική βρίσκουμε τον σπουδαίο Ron Goodwin με ένα υπερδραστήριο σκορ με ευφάνταστες ενορχηστρώσεις και ρυθμό. Καταπληκτικό κυρίως θέμα, και δυο τρία ακόμη πάρα πολύ εμπνευσμένα, αλλά η μικρή διάρκεια των κομματιών στο σιντι δίνει την αίσθηση του ανολοκλήρωτου. Στην ταινία πάντως είναι πάνω από αριστούργημα. Και κλείνουμε την Αγγλία με τον Roy Budd που σημάδεψε τα 70s...Στο Foxbat ένα βαρετό φιλμ έχουμε συνδυασμό φανκ και ορχήστρας πάλι με φοβερά αποτελέσματα. Ακόμη καλύτερος όμως είναι στο Sinbad and the Eye of the Tiger, τον γνωστό μας Σεβάχ. Έναν ήρωα για τον οποίο έχουνε γράψει μουσική δυο από τους κορυφαίους συνθέτες της κινηματογραφικής μουσικής. Ο Miklos Rozsa και ο Bernard Herrmann δυο μουσικοί  βαριά συμφωνιστές. Μπορεί λοιπόν να σταθεί διπλά τους ένας τζαζίστας με φανκ και μοντέρνους προσανατολισμούς; Απάντηση. Και ναι και όχι! Ναι, γιατί διακρίνεις μια  ποικιλία στα θέματα, εξωτική διάθεση, περιπέτεια, οικονομία στην ορχήστρα και κυρίως μελωδία και αρμονία. Όχι, γιατί απουσιάζουν αυτές οι ασύλληπτες εμπνεύσεις του Herrmann , και  το νεύρο του Rozsa. Όχι, γιατί ο δυναμισμός και ο ρυθμός είναι μια σκάλα κάτω, απ’ αυτό που αρμόζει το θέμα. Παρόλα αυτά   είναι αξιολογότατο με καταπληκτικές στιγμές.  Αποθέωση το κομμάτι Giant Mosquito με την ορχήστρα να ζουζουνίζει.





Γαλλία: Διπλό επικό χτύπημα από τον Maurice Jarre με τα θαυμάσια Mohammad, Messenger of God και το  Crossed Swords. Το Crossed Swords αποτελεί  ριμέικ του THE PRINCE AND THE PAUPER που έχει γράψει μουσική ο Max Steiner, και ο Jarre μπορεί να μην κινείται σε τόσο πολύπλοκες μουσικές φόρμες και να μην έχει  υπερδραστήρια μουσική, καταθέτει όμως ένα αξιοπρόσεκτο, στιβαρό και επιβλητικό συμφωνικό σκορ. Επίσης κορυφαίο έργο είναι και το λυρικό και μεγαλόπρεπο Mohammad, Messenger of God με Αντόνι Κουίν και Ειρήνη Παπά όπου μπορούμε να το κατατάξουμε δίπλα στα μεγάλα του έπη και τις κορυφαίες συνεργασίες που είχε με τον Ντέιβιντ Λυν. Ο Georges Delerue αρπάζει την υποψηφιότητα με την Julia ένα 18λεπτο σκορ όπου Τζέιν Φόντα και Βανέσα Ρεντγκρέιβ δίνουν ρεσιτάλ υποκριτικής σε μια ταινία του Φρεντ Τσίνεμαν όπου η μουσική μπήκε στα απολύτως σωστά σημεία και τσίμπησε την υποψηφιότητα. Θαυμάσιο δεν λέω και σαν υποστήριξη αλλά και σαν αυτόνομο άκουσμα  αλλά θα μπορούσαν να μπούνε πιο γεμάτα σκορ που επίσης έχουν μεγάλη σπουδαιότητα μέσα στην ταινία, όπως του Jarre που άνετα θα μπορούσε να έχει διπλή υποψηφιότητα. To anima persa/ Lost Soul του Ντίνο Ρίσι με Κατρίν Ντενέβ και Βιτόριο Γκάσμαν να πρωταγωνιστούν σε ένα γοτθικό θρίλερ έχει την μουσική του Francis Lai, ο οποίος νομίζει ότι γράφει μουσική για ταινία με Έλενα Ναθαναήλ και Λάκη Κομνηνό. Που πας βρε ταραμά; Μελοδραματικές και ρομαντικές συνθέσεις με ελαφριά ενορχήστρωση, ωραία βέβαια δεν λέω, αλλά ήμαρτον. Ήμαρτον με το ρομάντζο. Δεν γίνεται σε οποιαδήποτε ταινία κι αν δουλεύεις να το γυρνάς στο ρομάντζο σαν να είσαι η Λένα Μαντά της κινηματογραφικής μουσικής. Στην διάσημη ερωτική ταινία Bilitis κάτι σαν παραλλαγή της Εμμανουέλας, εκεί ναι βρίσκεται στο στοιχείο του. Ατμοσφαιρικές, ερωτικές μελωδίες, εύπεπτες και αναγνωρίσιμες.  Σε αυτά είναι μανούλα. Και περνάμε στην τρίτη του ταινία το Γαλλοαμερικάνικο γουέστερν του Κλωντ Λελούς με τον Τζειμς Καν, το Un autre homme, une autre chance/Another Man, Another Chance. Λες άντε γουέστερν είναι εδώ, ίσως έχουμε κάτι πιο επικό, πιο σύνθετο, πιο κλασικό σε φόρμα και δομή. Αμ δε…Όμως…Πρόκειται για μια σπουδαία μελοδραματική δουλειά με ίσως το κορυφαίο βασικό θέμα που έχει φτιάξει αυτός ο συνθέτης. Μια μελωδία που ξεχειλίζει από λυρισμό και που έχει την φόρμα κονσέρτου για πιάνου!!! Καμιά σχέση δηλαδή με τις ελαφριές ενορχηστρώσεις που μας έχει συνηθίσει. Βέβαια δεν μπορεί να ξεφύγει από το μελοδραματικό του ύφος και την ρομαντίλα που διέπει τον συγκεκριμένο συνθέτη αλλά σαν ακρόαση είναι σίγουρα μέσα στις τρεις καλύτερες δουλειές του. Μπορεί για μια ακόμη φορά να είναι εκτός ταινίας όμως πραγματικά ποιος νοιάζεται;;Αυτό το βασικό θέμα και οι παραλλαγές του είναι τόσο θεσπέσιες που δεν κουράζεσαι να το ακούς. Αφήνουμε τον Lai και περνάμε στην μεγάλη ελπίδα εκείνη την εποχή τον Philippe Sarde όπου μεγαλουργεί πάλι στο φιλμ Death of a Corrupt Man ένα θρίλερ του Ζωρζ Λοτνέρ που έφερε τον Αλέν Ντελόν υποψήφιο για Σεζάρ. Εδώ ξεφεύγει από τα 20λεπτα του σκορ με διπλάσια διάρκεια και επιστρατεύει τον σαξοφωνίστα Σταν Γκετζ που με το σαξόφωνό του έδωσε έναν έξτρα αντίκτυπο στο μελαγχολικό αλλά άκρως αρρενωπό πρότυπο του μπάτσου Ντελόν ο οποίος ταυτίστηκε με το ρόλο και τον αντέγραψε  στη συνέχεια της καριέρας του αρκετά συχνά. Μεγάλη στιγμή της τζαζ μουσικής το άλμπουμ αυτό. Επιστρέφοντας στις αγαπημένες εικοσάλεπτες δουλειές του το  Un taxi mauve/The Purple Taxi του Υβ Μπουσέ με Πίτερ Ουστίνοφ, Φρεντ Αστέρ, Φιλίπ Νουάρε και Σαρλότ Ράμπλινγκ έχει ένα από τα καλύτερα βασικά θέματα που έχει γράψει ποτέ ο Γάλλος. Περνάμε στην ταινία που έκανε την Isabelle Huppert μεγάλο όνομα. Ο λόγος για το La Dentellière μια από τις μικρές ταινίες που έκαναν αίσθηση το 1977, η οποία  πήρε βραβείο στις Κάννες και 3 υποψηφιότητες για Σεζάρ. Ο έρωτας βρίσκει μια συνεσταλμένη κοπέλα και η ζωή της αλλάζει εντελώς σ ‘αυτό το φιλμ και ο Γάλλος συνθέτης Pierre Jansen υπογραμμίζει με ένα περίτεχνο σκορ με σόλο βιολί, πιάνο, φλάουτα και ορχήστρα εγχόρδων την εύθραυστη περσόνα της κεντρικής ηρωίδας αλλά και τον ρομαντικό αισθησιασμό της σχέσης της με ρυθμικά μελωδικά θέματα. Αριστουργηματική παρουσίαση άλμπουμ και δεξιοτεχνική ενορχήστρωση αλλά η ισχυρή μελωδία που απουσιάζει είναι ένα σοβαρό μειονέκτημα.Κλείνουμε την Γαλλία με  το κοσμοπολιτικό δραματικό -ερωτικό- ρομαντικό The Other Side of Midnight του Michel Legrand  όπου είχε και Ελληνικό χρώμα με  μπουζούκι στην ενορχήστρωση και είναι ένα ακόμη αριστούργημα από τον σπουδαίο Γάλλο μουσικό.





Ιταλία: Δεν θα ξεκινήσω με τον Moriccone παρόλο που βρίσκεται στην κορυφαία του ίσως χρονιά από τα 70s. Θα ξεκινήσω με το σοκαριστηκό, με το σάουντρακ σοκ και δέος, με το αλλοπρόσαλλο, ανεπανάληπτο, μοναδικό και πραγματικά εκκωφαντικό σκορ του Simonetti και των Goblin για την ταινία που σημάδεψε τις ταινίες τρόμου -σπλάτερ, το αριστούργημα του Ντάριο Αρτζέντο, την Suspiria. Πραγματικά εδώ δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψουν αυτό που κατάφερε ο Αρτζέντο και οι Goblin δημιουργώντας μια ταινία σταθμό και ένα σάουντρακ άλα ντάλον. Κάτι τενεκέδες ξεγάνωτοι που χτυπιούνται μεταξύ τους, ένα απόκοσμο σφύριγμα, κάτι φωνητικά λες και ήρθαν από τον κάτω κόσμο, ένα στοιχειωμένο πιάνο που παίζει μια νεκροζώντανη μελωδία, και ένα άλλο σωρό μεταφυσικά πράγματα που έδεσαν τέλεια με την φωτογραφία και την σκηνοθεσία του Αρτζέντο λες και κρύβονταν ένας άνθρωπος πίσω απ’ όλα αυτά. Μεγάλη δύναμη το σκορ μέσα στην ταινία, τολμώ να πω πως η σημασία του είναι ακριβώς η ιδιά που είχε και το Jaws του Williams. Με βάση την συνεισφορά στην ταινία είναι το τρίτο καλύτερο σκορ για την συγκεκριμένη χρονιά πίσω από το  Star Wars και το Close Encounters of the Third Kind. Αν τολμάτε δείτε την ταινία σε blue ray και πραγματικά θαυμάστε την πλήρη ανατροπή και περιφρόνηση της μουσικής αλλά και της σκηνοθεσίας σε όλους τους κανόνες. Ο ειδικός στα παρασκήνια προφέσορας Βασίλης Κουτσουνάκης  γραφεί : “Εμπνευσμένος από το έργο του Thomas De Quincey "SUSPIRIA DE PROFUNDIS", ο Argento δούλεψε πάνω στην ιστορία μιας σχολής χορού που λειτουργούσε υπό την επιβολή μιας μοχθηρής μάγισσας δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην αισθητική της ταινίας. Η φωτογραφία, τα σκηνικά και η μουσική δημιούργησαν μια ταινία φαινόμενο που θα γινόταν η επιτομή της έννοιας "στυλ υπεράνω της ουσίας" (style over substance) στον κινηματογράφο. Ο Αrgento, σε αντίθεση με το PROFONDO ROSSO, έδωσε στους Goblin ένα τρίμηνο για να δημιουργήσουν μουσικά μοτίβα διαβάζοντας μόνο το σενάριο, μοτίβα τα οποία χρησιμοποιήθηκαν μονάχα στη διάρκεια των γυρισμάτων για να βάζουν στην ατμόσφαιρα τους ηθοποιούς.  Οι Goblin βλέποντας την ταινία σχεδόν ολοκληρωμένη δεν ήταν ευχαριστημένοι από τη μέχρι τότε δουλειά τους με βάση το σενάριο. Με τη βοήθεια του σκηνοθέτη - ο οποίος τους έβαλε να ακούσουν άπειρα δείγματα μουσικής όπως αυτός θα την ήθελε - ξεκίνησαν να γράφουν ολοκαίνουργια μουσική. Ο Argento συμμετείχε και στη δημιουργική διαδικασία φέρνοντας στο στούντιο διάφορα παράξενα όργανα όπως το Ελληνικότατο μπουζούκι ενώ επιστρατεύτηκε ο κορυφαίος χρήστης ηλεκτρονικής μουσικής στην Ιταλία εκείνη την εποχή, ο Felice Fugazza για να δώσει ακόμα πιο απόκοσμη και τρομακτική χροιά στη μουσική της ταινίας όπως και σπάνια και παράξενα όργανα όπως η celesta και το mellotron που χειριζόταν ο ίδιος ο Claudio Simonetti - φροντμαν της μπάντας.Η μουσική της ταινίας έκανε τεράστια αίσθηση για το πρωτοποριακό της στυλ και την χρήση πολύ ασυνήθιστων ενορχηστρώσεων αλλά και ανατριχιαστικών φωνητικών - κανείς δεν ξεχνάει εύκολα τα ουρλιαχτά του Claudio Simonetti στη σκηνή στο γυμναστήριο.Η αρχική σκηνή με την celesta να ερμηνεύει το στοιχειωτικό βασικό θέμα μέχρι τη στιγμή που ατονικά έγχορδα επιτίθενται ανηλεώς για να συνοδεύσουν τις καρτες τίτλων των Goblin που έρχονται προτελευταία πριν τον σκηνοθέτη, αλλά και η εφιαλτική ανάπτυξη του θέματος σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής της χορεύτριας Σούζι Μπάνιον μέχρι το γοτθικό κτίριο της σχολής με το ψυθιριστό τραγούδισμα, τις κραυγές και τα κρουστά είναι μια από τις πιο υποβλητικές σκηνές την ιστορία του σινεμά τρόμου - και όχι μόνο - αναμφίβολα. Η μουσική της SUSPIRIA από τους Goblin και η μετέπειτα τεράστια επιτυχία του άλμπουμ τους για το DAWN OF THE DEAD σίγουρα σηματοδότησε έναν σταθμό στην ιστορία της κινηματογραφικής μουσικής που επισφραγίστηκε από το μνημειώδες σκορ του John Carpenter για το HALLOWEEN ένα χρόνο μετά. Ο ίδιος ο Αμερικανός μάστερ του τρόμου άλλωστε παραδέχτηκε μετά από χρόνια ότι η μουσική τους τον επηρέασε σε μεγάλο βαθμό...όπως είχε αναφέρει και ο Claudio Simonetti σε μια συνάντησή τους, του είπε..."  “I know you very well, – I stole all your music.”!!!” Τα δαιμόνια είχαν όμως κι άλλο σάουντρακ  εκείνη την χρονιά, όχι τόσο πρωτοπόρο και τολμηρό όπως το SUSPIRIA, αλίμονο εξάλλου αν συνέβαιναν αυτά συνέχεια δεν θα είχαν αξία, αλλά εξίσου γοητευτικό και αξιόλογο. Το La via della droga μια πολύ μέτρια ταινία για εμπόριο ηρωίνης και τα σχετικά ευτύχησε να έχει ένα μελωδικό σάουντρακ από τους Goblin χωρις θεαματικές εξάρσεις και φιοριτούρες. Απλό και όμορφο. Και φυσικά δεν ήταν δυνατόν να μην δημιουργήσουν μόδα. Το συγκρότημα Libra υπέγραψε την μουσική στο κύκνειο άσμα του Μάριο Μπάβα. Η τελευταία ταινία του μάστερ του Ευρωπαϊκού τρόμου Mario Bava δυστυχώς λανσαρίστηκε για καθαρά εκμεταλλευτικούς λόγους ως συνέχεια του μέτριου BEYOND THE DOOR που γυρίστηκε για να εκμεταλλευτεί την επιτυχία του Εξορκιστή το 1974. Θλιβερό φινάλε για έναν σκηνοθέτη που ενέπνευσε με τη δουλειά του δεκάδες Αμερικάνους και ευρωπαίους σκηνοθέτες όπως ο Dario Argento, o Francis Ford Coppola και ο Nicholas Winding Refn. Ο Bava πιέστηκε από το γιο του Lamberto να δουλέψει την ταινία και δύσκολα διακρίνει κανείς στη διάρκειά της κάποια στοιχεία από το ξεχωριστό σκηνοθετικό του ύφος. Η ιστορία ενός στοιχειωμένου σπιτιού και της επιρροής που ασκεί σε ένα ζευγάρι θα μπορούσε να γίνει το αξιομνημόνευτο ρέκβιεμ του Ιταλού σκηνοθέτη ο οποίος πέθανε τρία χρόνια μετά την ολοκλήρωση της ταινίας. Τη μουσική ανέλαβε ένα prog rock συγκρότημα της εποχής οι Libra οι οποίοι έγραψαν ένα σκορ στο ύφος των πρωτοπόρων Goblin, μιας και μετά το θρίαμβο του PROFONDO ROSSO όλοι προσπαθούσαν να καπηλευτούν ένα κομμάτι αυτής της επιτυχίας. Το σκορ διαθέτει σημεία πολύ ατμοσφαιρικά αλλά δεν φτάνει τα επίπεδα δημιουργικότητας και έμπνευσης των σκορ των Goblin. Μετά την ολοκλήρωση του σκορ, οι Libra διαλύθηκαν. Μάλιστα για εμπορικούς λόγους, γράφτηκε ότι το Libra είναι το ψευδώνυμο των Goblin μπας και πουλήσουν ‘κανα αντίτυπο. Πολύ χυδαία πράγματα. Και περνάμε στον Ennio Moriccone που πήγε να κάνει κάτι παρόμοιο με το Exorcist II: The Heretic και τα κατάφερε. Προσωπικά το θεωρώ την κορυφαία του δουλειά που έχει κάνει για ταινία τρόμου μιας και πιστεύω ότι οι πειραματισμοί που έκανε παλιότερα για ταινίες του Αρτζέντο εδώ πατάνε κάπως  ένα φρένο, χωρις αυτό να σημαίνει πως υπέκυψε σε συμβιβασμούς. Εφιαλτικό, πολυσύνθετο, σκληρό με κάποια ελάχιστα φωτεινά σημεία, αντιφατικό ενοπρχηστρωτικά μα πολύ σπουδαίο. Επίσης σπουδαίο είναι και το Orca, με τον Ρίτσαρντ Χάρις, Μπο Ντέρεκ  όπου  έχουμε την ιστορία για μια δολοφόνο φάλαινα και την σχέση της με τον κυνηγό της. Περισσότερα όμως γι’ αυτό το αριστουργηματικό σάουντρακ στο δεύτερο μέρος όπου το αναλύω. Εκτός όμως από την απομίμηση του Jaws έχουμε και μια απομίμηση του Omen. Το Holocaust 2000. Εδώ όμως θα πει να είσαι σπουδαίος μουσικός. Ο Moriccone δεν επηρεάστηκε από το πόσο κακή είναι η ταινία και παρέδωσε ένα καταπληκτικό σκορ που ανυψώνει το φιλμ με τέτοιο τρόπο που μπορεί κάποιος  να την παρακολουθήσει  μόνο για την μουσική της. Επιθετική μουσική με χρήση γυναικείων φωνών, ξύλινων πνευστών και στακάτων εγχόρδων. Στο Il prefetto di ferro με την θεάρα Κλαούντια Καρντινάλε, ένα δυνατό μαφιόζικο δράμα για την Σικελιανή μαφία και την μάχη ενός αδιάφθορου επιθεωρητή να την αντιμετωπίσει, ο Μαέστρος  έγραψε ένα έξοχο σκορ ισορροπημένο στην ένταση και τον λυρισμό, με μια καταπληκτική μπαλάντα και ένα βασικό θέμα που συμπεριλαμβάνονται στα κορυφαία της καριέρας του. Σε ένα άλλο μαφιόζικο φιλμ το Corleone πάλι με την θεάρα Κλαούντια ο Moriccone γίνεται ακόμη πιο δραματικός, πιο βαρύς και πιο αγωνιώδης εγκαταλείποντας σε μεγάλο βαθμό τις μανιέρες του. Στο Il gatto μια παλαβή κωμωδία αλλάζει ύφος γίνεται πιο ποπ, πιο τζαζ, ανάλαφρος με αισθαντικές μελωδίες και υπέροχα αποτελέσματα. Τέλος στο Autostop Rosso Sangue/ Hitch-Hike ένα παράξενο φιλμ  με Φράνκο Νέρο όπου ένα ζευγάρι που διασχίζει την Καλιφόρνια μαζεύει με ωτοστόπ ένα δολοφόνο που τους απειλεί να τους σκοτώσει αν δεν τον πάνε σε ένα άσυλο. Όσο περίεργη είναι η ταινία αλλά τόσο είναι περίεργη και η μουσική του Moriccone. Λίγα όργανα…μουσική που μυρίζει ιδρώτα, χίπικων προσανατολισμών, φυσαρμόνικα φωνητικά κιθάρα, ντραμς σε ένα άκρως ενδιαφέρον και γοητευτικό σάουντρακ που περιχέει δυο τρεις στιγμές ιδιοφυΐας όπως το σεξουαλικό κομμάτι Violazione Violenza σε οργασμικό ρυθμό με τα γυναικεία φωνητικά να φωνασκούν σαν να συνουσιάζονται. Ίσως το κορυφαίο του τζαζ/ποπ σάουντρακ. Έπος! Αφήνουμε την Ιταλία με το αριστούργημα των αδερφών Ταβιάνι  Padre Padrone/Πατέρας αφέντης που έχει επίσης ένα αριστουργηματικό θρησκευτικό εικοσάλεπτο σκορ από τον Egisto Macchi με χορωδίες ύμνους και βαριά επιβλητική μουσική.



ΙαπωνίαO τρομερός Ιάπωνας συνθέτης κλασικής μουσικής Yasushi Akutagawa, που μας είχε χαρίσει το αριστουργηματικό Castle of sand  με την μορφή κονσέρτου για πιάνου τώρα επανέρχεται με το  Hakkodasan.  Η τραγική αληθινή ιστορία δυο συνταγμάτων του Γιαπωνέζικου στρατού που μαζεύονται στο όρος Χακόντα στα σύνορα με τη Ρωσία για να προετοιμαστούν για τον επικείμενο πόλεμο, και τους βρίσκει η τραγωδία. Πρόκειται για ένα συμφωνικό σκορ, που συνδυάζει το έπος και την τραγωδία με θαυμαστό τρόπο, με δομή κινηματογραφικής μουσικής αυτή τη φορά, αρμονικότατο και με μελωδική δύναμη.



Αργεντινή: Έχουμε όμως και την επιστροφή του Astor Piazzolla με το Armaguedon. Ένα πολύ ωραίο σκορ, από τον σπουδαίο ακορντεονίστα ο οποίος φανέρωσε την ικανότητά του να προσαρμόζεται στις ανάγκες μιας ταινίας χωρίς να θυσιάζει την μοναδική ικανότητά του σαν σολίστας. Η ταινία του Alain jessua για έναν μεροκαματιάρη που όταν βρίσκει ένα σκασμό λεφτά αποφασίζει να γίνει τρομοκράτης, περιλαμβάνει έντονο κοινωνικό σχόλιο και η μουσική του Piazzolla είναι παρούσα με το λαϊκό ακορντεόν να αποτελεί στην ουσία τη φωνή του προλετάριου ήρωα που αποφασίζει να αλλάξει τον κόσμο. Αριστουργηματικό κυρίως θέμα αλλά τα μικρής διάρκειας κομμάτια δεν σε κάνουν να ευχαριστηθείς την ακρόαση. Παρόλο αυτά είναι τόσο υπνωτιστικό το σκορ του που ίσως και να μην ενοχλεί.




Γερμανία: Οι Γερμαναράδες δεν βγάλανε μόνο τους προκγκ-ροκ Popol Vuh αλλά και τους τρομερού ηλεκτρονιστές Tangerine Dream. Στο Sorcerer την πρώτη ταινία του William Friedkin μετά το THE EXORCIST το 1973, έκανε  μια τολμηρή και γενναία προσπάθεια να διασκευάσει το αριστούργημα του Henri Georges Clouzot LE SALAIR DE LA PEUR του 1953. Το φιλμ του Friedkin είναι μια ξεχωριστή ταινία, που ενώ αναφέρεται με σεβασμό στην ιστορία της πρώτης ταινίας και τους χαρακτήρες, δημιουργεί ένα δικό της ύφος σε όλα τα επίπεδα, ένα εκ των οποίων η μουσική. Ο Friedkin ανέθεσε στους Tangerine Dream τη μουσική της ταινίας, εντυπωσιασμένος από την new age αισθητική τους και τους έδωσε το σενάριο για να γράψουν αυτό που αισθάνονταν. Όπως έχει πει και ο ίδιος ο σκηνοθέτης, η μουσική του άρεσε τόσο πολύ ώστε η ταινία στήθηκε πάνω της και τα αποτελέσματα βεβαίως τον δικαίωσαν, δεδομένης της τεράστιας φήμης που έχει πλέον η ταινία αλλά και το ίδιο το σκορ. Πολλοί το θεωρούν ένα αριστούργημα της ηλεκτρονικής μουσικής, αλλά εγώ το θεωρώ αρκετά επιφανειακό. Προτιμώ Βαγγελακη Παπαθανασίου.




Ελλάδα: Κακογιάννης και Μίκης συνεργάζονται για μια ακόμη φορά στην Ιφιγένεια/Iphigenia. Τι έχει φτιάξει εδώ ο Μίκης μπορείτε να μου πείτε; Έχει πάρει τις αρχικές νότες από την εισαγωγή του Αλέξανδρου Νιέφσκι και έχει βάλει το πιάνο να τις εκτελεί με συνοδεία λίγων οργάνων, κυρίως πνευστών, και  κρουστών  και δημιουργεί μια ατμόσφαιρα τρομακτική λες και συναντάς μπροστά σου τον άρχοντα του σκότους. Ο Κακογιάννης όπως αναφέρει ο Μίκης του είχε ζητήσει να γράψει πρώτα την μουσική και μετά ο Κακογιάννης να σκηνοθετήσει τα πλάνα. Ίσως γι’ αυτό ο Μίκης να κατέφυγε στον Προκόβιεφ. Πρόκειται για μια ανεπανάληπτη δημιουργία  την οποία την θεωρώ την νούμερο ένα δουλειά του Έλληνα συνθέτη για τον κινηματογράφο. Ενώ το ζητούμενο εδώ είναι η ατμόσφαιρα και μόνο η ατμόσφαιρα με μουσική στατική, ο Μίκης Θεοδωράκης παραδίδει σεμινάρια σε Αμερικανούς, Ευρωπαίους, Κινέζους και Αφρικανούς για το πως δημιουργείται βαριά ατμόσφαιρα χωρις τα κλισέ με τα στατικά έγχορδα και τα προβλέψιμα ξεσπάσματα της ορχήστρας. Όμως πέρα από τον ζοφερό και παρακμιακό κόσμο που έχτισαν οι νότες του Μίκη, σαν αντίστιξη έχουμε το φως που παρεμβαίνει  σε κάποια σημεία και το οποίο είναι επηρεασμένο από την ελληνική δημοτική μουσική αλλά και την αρχαιά ελληνική!!!Τι να λέμε τώρα. Κάτι ιδέες, κάτι εμπνεύσεις. Τεράστιος μουσικός. Το σκορ του Θεοδωράκη ξεπερνάει ακόμη και την ταινία και μπορεί να ακουστεί σαν ένα κλασικό έργο επηρεασμένο κατευθείαν  από το πρωτότυπο θεατρικό  του Ευριπίδη. Μια μουσική που μιλάει για θάνατο, αλλά και ζωή, που αναδίδει σκοτάδι και μυρίζει σκιά, αλλά και που στο πολύ βάθος προμηνύει, υπονοεί πως κάτι κάπου, κάποιο φως υπάρχει! Ειδικά η σουίτα νούμερο 8 όπου έχουμε πένθιμα τυμπάνια μπροστά σαν να επρόκειτο για ένα μαρς του Άδη και πίσω αναφαίνονται κάποιες εύθυμες νότες είναι ένα κατόρθωμα που λέει όλη την τραγωδία μέσα σε 4 λεπτά.  Οι 11 σουίτες για την Ιφιγένεια είναι ένα σάουντρακ για σεμινάριο, μια  μουσική που αποπνέει έντονη εσωτερικότητα και ψυχολογικό τρόμο σε μέγιστο βαθμό. Μια πραγματική σπουδή που κάθε μουσικός πρέπει να μελετήσει.

ΟΣΚΑΡ
Star Wars-John Williams
Close Encounters of the Third Kind-John Williams
Julia-Georges Delerue
Mohammad, Messenger of God-Maurice Jarre
The Spy Who Loved Me- Marvin Hamlisch




Top- 10 με βάση το άλμπουμ.
1.        “Star Wars”- John Williams
2. “Close Encounters of the Third Kind”- John Williams
3.  “Exorcist II: The Heretic”-“Orca”-Il prefetto di ferro” – “Corleone” - Ennio Morricone
4. “Ιφιγένεια /Iphigenia” - Mikis Theodorakis
5.  “EQUUS”- Richard Rodney Bennett
6. “Mohammad, Messenger of God” - “Crossed Swords” - Maurice Jarre
7. “The Gauntlet” -  Jerry Fielding
8. “Capricorn One” – Jerry Goldsmith
9. “Suspiria” – Goblin

10. “The car” -  Leonard Rosenman


                                                                            
                                                                                       
                       Δείτε πόσο σπουδαίο ρόλο έπαιξε η μουσική του Τζων Γουίλιαμς
        Ακούστε τον εκπληκτίκο Χρίστο Παπαγεωργίου να αναλύει την μουσική των Στενών Επαφών

                              Η "Ορκα" του Μορικκόνε για μένα περιέχει μια απο τις πιο ανατριχιαστικές του στιγμές
¨
                               Και το τραγούδι "Είμαστε ένα" Άνθρωπος και Φάλαινα δηλαδή ειναι ενα απο τα κορυφαία τραγούδια στην ιστορία του σινεμά
                          Και φυσικά το κυριώς θέμα με σοπράνο το σπαρακτικό

Dialogue Of The Memories