1977: ΑΝΤΙΟ ΓΙΓΑΝΤΑ
Αμερική: Τίτλοι τέλους για τον μεγάλο, τον ανεπανάληπτο, τον
ασυμβίβαστο, τον ιδιόρρυθμο, τον ιδιοφυή Bernard Herrmann που πέθανε σχεδόν
αμέσως μετά την ηχογράφηση του Taxi Driver. Πρόλαβε να μας αποχαιρετίσει όμως με δυο εξαιρετικά σκορ. Το Taxi Driver με τα σόλο του σαξοφώνου θα μας δώσει μια μεγαλούπολη
μοναχική, μελαγχολική ενώ με τις ορχηστρικές του εκρήξεις περιγράφει άριστα όλη
αυτή την πορεία προς την τραγωδία! Όταν ο Σκορσέζε πλησίασε τον εκκεντρικό συνθέτη
για να του γράψει την μουσική είχε στο μυαλό του μια ορχήστρα εγχόρδων. Τότε ο
Herrmann αφού είδε την ταινία του είπε το μυθικό “Όχι έγχορδα!”. Η έκπληξη του
Σκορσέζε ήταν μεγάλη. Ούτε που είχε καταλάβει τι είχε στο μυαλό του ο ιδιοφυής μουσικός.
Όμως το περίεργο με τον Herrmann είναι πως πάντα σε όλες του τις προτάσεις που είχε
προς τους σκηνοθέτες είχε πάντα δίκιο! Έτσι όταν φτάνουμε σε αυτή την τρομερή κορύφωση,
όπου δεν υπάρχουν λόγια και ήχοι και κυριαρχεί αυτή η συγκλονιστική κίνηση της κάμερας
που με τράβελινγκ από ψηλά, αποκαλύπτει όλη την φρικαλέα κατάληξη, η κολασμένη
μουσική του Herrmann πολλαπλασιάζει στο έπακρον το αιματοβαμμένο μακελειό
προσδίδοντας στην σκηνή διαστάσεις
επικής καταστροφής σαν να επρόκειτο για έργο του Δάντη. Πραγματικά ταίριαξε όχι
σαν γάντι αλλά σαν να προϋπήρχε ήδη!!! Και αν μέσα στην ταινία είναι μια από
τις καλύτερες συνεργασίες που έχουν γίνει ποτέ σαν άλμπουμ κατορθώνει και λέει μια
ιστορία από μονή της, ακριβώς για έναν μοναχικό λύκο και την πορεία του προς
την άβυσσο. Μυθικά πράγματα!!!Όσο για την ταινία του ΝτεΠάλμα, το Obsession, βρίσκει τον Herrmann στο στοιχείο του. Καθαρά μουσικός σκηνοθέτης
ο ΝτεΠάλμα δίνει πολύ μεγάλο έδαφος στον συνθέτη με αργή κίνηση, εκκωφαντικές σιωπές
στις οποίες η μουσική είναι πρωταγωνιστής. Ακριβώς όπως και στο Vertigo έτσι κι εδώ έχουμε μεγάλες σεκάνς που κυριαρχεί η μουσική.
Λυρική, ατμοσφαιρική, απειλητική, με εκκλησιαστικό όργανο και χορωδίες κατακλύζει
την οθόνη δημιουργώντας πλάνα απερίγραπτης δύναμης. Ειδικά στην σκηνή στο νοσοκομείο
όπου τα έγχορδα πολεμούν με ατονικές δυσαρμονίες των πνευστών και καταλήγουν
όλα μαζί σε ένα οργιώδες λυρικό θέμα που
γιορτάζει την επανένωση του πατέρα με την κόρη, είναι μια έμπνευση που πολύ λίγοι
μουσικοί μπορεί να έχουν. Πραγματικά δυο αριστουργήματα και μουσικής υπόκρουσης
αλλά και αυτόνομων άλμπουμ. Πραγματικά ένας από τους μεγαλύτερους, αν όχι ο μεγαλύτερος
αποχαιρετισμός στην ιστορία της κινηματογραφικής μουσικής μέχρι στιγμής. Όμως είμαστε στην δεκαετία των δυο θεών!!!
Όπως και στην περίπτωση του Alex North πέρυσι
έτσι και φέτος ο Goldsmith με το The Omen έκανε αυτά τα δυο αριστουργήματα του Herrmann να φαντάζουν
δεύτερα! Ακόμη ένα σκορ τρόμου, αλλά ακόμη μια σπουδαία και φρέσκια έμπνευση.
Το 1975 ο Williams έκανε ένα σάουντρακ στρατόσφαιρας και αμέσως την επόμενη
χρονιά ο Goldsmith απάντησε επίσης με μια σύνθεση αξεπέραστη και κλασική ,σταθμό για τα μουσικά
δρώμενα. Το The Omen είναι περισσότερο ένα σκοτεινό ορατόριο, ένα γοτθικό
ρέκβιεμ, που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τα κλασικά έργα μεγάλων συνθέτων
και κερδίζει δικαίως το Όσκαρ. Αν ο Διάολος μπορούσε να γράψει μουσική, θα
έγραφε ακριβώς έτσι. Η δε υποστήριξη που έχει η ταινία του Ντόνερ από την μουσική
είναι πρωτοφανής και μόνο με τα μεγάλα σκορ του παρελθόντος μπορεί να συγκριθεί.
Κάθε φορά που εμφανίζονται στις ανατριχιαστικές και πρωτοφανείς για την εποχή εικόνες
της ταινίας, τα απειλητικά, σκοτεινά και επιβλητικά χορωδιακά σε πιάνουν από
τον λαιμό και σε πνίγουν σταδιακά σαν να έχεις μπλεχτεί σε έναν ατσάλινο ιστό αράχνης. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα!!! Μα, έλα όμως που ο Goldsmith αυτή τη
χρονιά βάλθηκε να μας τρελάνει. Δεν φτάνει που έκανε ένα σκορ μυθικό, όπου και τίποτε
άλλο να μην ξανάκανε θα πέρναγε στην ιστορία, την ίδια χρονιά δίνει μια από τις
πιο ευρηματικές, εφιαλτικές ,ατμοσφαιρικές μουσικές του, με ίσως το πιο
κορυφαίο ερωτικό θέμα που έγραψε ποτέ και ένα από τα καλύτερα στην ιστορία των σάουντρακ.To The
Cassandra Crossing είναι ένα αλά Στραβίνσκι μουσικό τρένο που τρέχει
χωρίς να σταματάει ποτέ. Ένα διαρκές κυνηγητό, μια συνεχόμενη απειλή, μια
εξωπραγματική ενορχήστρωση, ένα απίστευτο σάουντρακ. Και θα κλείσει την χρονιά
του με το δυναμικό γουέστερν Last Hard Men, το High Velocity όπου γράφει
με λάτιν ύφος που αποτελεί έναν προπομπό της μνημειώδους δουλειάς του στο UNDER FIRE, άσχετα αν η ταινία του Ρέμι Κράμερ
δεν αναφέρει ποτέ την περιοχή της δράσης που εκτυλίσσεται. Η ταινία έχει μια
έντονη κριτική ματιά απέναντι στην εκμετάλλευση των φτωχών χωρών από τους
ισχυρούς του κόσμου και η τυραννισμένη Λατινική Αμερική φωτογραφίζεται
έντονα στην ταινία κι ας μην αναφέρεται
ποτέ. Φυσικά πρόκειται για ένα καταπληκτικό σκορ με χρήση λάτιν αρμονιών και
ρυθμών όπως μόνο ο μέγας συνθέτης μπορούσε να ενορχηστρώσει και να δουλέψει, και θα κλείσει άλλη μια επική χρονιά με το επίσης υπέροχο Logan's Run. Πραγματικά
αυτά τα δύο χρόνια στα οποία ο Goldsmith έδωσε 11!!! σκορ όλα υψηλών απαιτήσεων, διαφορετικά μεταξύ
τους, μέσα στα οποία κατάφερε να κάνει 2 μνημειώδες έργα (αν κι εγώ θεωρώ το The Cassandra
Crossing εξίσου μνημειώδες με
τα υπόλοιπα 2) και τουλάχιστον 4 αριστουργήματα. Είναι μια εξωπραγματική
επίδοση που δεν νομίζω ότι έχει ξαναγίνει από συνθέτη. Τέτοια υψηλά ποσοστά σπανιότατα
βρίσκεις. Ο μεγάλος του αντίπαλος παρόλο που έκανε κι αυτός τρία σκορ
δεν θα βρεθεί σε μεγάλη στιγμή. Το The missouri breaks , όπου έχουμε την σύγκρουση δυο τιτάνων της υποκριτικής του Μάρλον
Μπράντο και του Τζακ Νίκολσον είναι ένα χαμηλότονο γουέστερν του Άρθουρ Πεν που
έχει επίσης μια διακριτική μουσική, ενώ το Family plot όπου έχουμε και την μοναδική του συνεργασία με τον Θεόρατο
Χίτσκοκ έχει ένα πολύ ευρηματικό θέμα αλλά σαν σύνολο δεν έχει αυτές τις εμπνεύσεις
που έχουν αλλά σκορ του γίγαντα. Τέλος στο battle
of midway ο Williams προτιμάει μια πιο εσωτερική και υπόγεια μουσική προσέγγιση
και πάλι χωρις τις εντυπωσιακές ιδέες που
μας έχει συνηθίσει. Ο David Shire με το
χαμηλότονο All The President's Men
την ταινία για το σκάνδαλο Γουότεργκειτ με Ρέντφορντ-Χόφμαν και σκηνοθέτη τον
Άλαν Τζ. Πακούλα είναι πολύ αποτελεσματικός
μέσα στην ταινία αλλά σαν άλμπουμ είναι επαναλαμβανόμενος και χαμηλών τόνων,
ενώ στην θεότρελη κωμωδία The Big Bus πρελούδιο των μετέπειτα σουρεαλιστικών
παρωδιών τύπου “Απίθανη πτήση” συνδυάζει ποπ τζαζ και συμφωνική ορχήστρα με
πολύ επιδέξια αποτελέσματα και αξιομνημόνευτες μελωδίες. Ο Mancini με τον τρίτο
ροζ πάνθηρα, το The Pink Panther Strikes Again, μοιάζει να στερεύει από ιδέες, που όμως τις βρίσκει στην κωμωδία Silver Streak με τον Gene Wilder και τον Richard Pryor, η οποία
αν και κωμωδία περιέχει πολύ σπουδαίες συμφωνικές εμπνεύσεις με πολύ καλά action cues και ένα θεσπέσιο love theme. Ακόμη
ένα top έργο από τον σπουδαίο Αμερικανό. Τέλος στο βιογραφικό δράμα
W.C. Fields and Me με τον Ροντ Σταιγκερ είναι πάλι εξαιρετικός με
Τζαζ διάθεση και με πολύ χαρακτηριστικά θέματα που σου μένουν από την πρώτη
κιόλας ακρόαση. Ο Jerry Fielding αυτή την χρονιά είχε 3 προτάσεις. Οι δυο
σπουδαιότερες είναι ασφαλώς το The Enforcer, η τρίτη περιπέτεια
του επιθεωρητή Κάλαχαν όπου δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τα φανκοτζάζ
αριστουργήματα του Lalo Schifrin. Στο φιλμ του Κλιντ Ίστουγντ The Outlaw
Josey Wales σε σενάριο του Φίλιπ Κάουφμαν, όπου παραδόξως ενώ έχουμε να
κάνουμε με ταινία του Ίστγουντ που πάντα οι μουσικές είναι διακριτικές και
χαμηλότονες, εδώ έχουμε ένα εξαιρετικά ηρωικό
σκορ με τυμπάνια, γρήγορο ρυθμό και δύσπεπτες μελωδίες σαν να επρόκειτο
για σκορ του Alex North.Αριστουργηματική μουσική η οποία στην έκδοση του σιντί
χαντακώθηκε από τα πολλά και σύντομα cues. Προτιμήστε την έκδοση του βινυλίου.
Τα ίδια ισχύουν και στην κωμωδία με τον Γουόλτερ Ματάου The Bad News Bears όπου ο Fielding στήριξε την μουσική του στην Κάρμεν του Μπιζέ.
Κι εδώ η έκδοση στο βινύλιο είναι πιο συμπαγή με 21 θέματα έναντι 37! Περνάμε
στον Michael Small όπου έγραψε ένα περίτεχνο και ιδιοφυή σκορ για μια από τις
πιο γνωστές ταινίες της εποχής, το Marathon Man του Σλέσιντζερ όπου
αναμετρούνται δυο ηθοποιοί εντελώς διαφορετικών υποκριτικών σχολών. Ο Ντάστιν Χόφμαν
και η περίφημη σχολή της μεθόδου και ο Λόρενς Ολίβιε και το κλασικό αγγλικό “acting” . Μάλιστα
η ειρωνεία του υπερόπτη Λόρενς Ολίβιε έμεινε στην ιστορία με την κλασική ατάκα
στον Ντάστιν Χόφμαν “ Why not try acting? It's much easier ” όταν ο δεύτερος έμεινε
άυπνος δυο μέρες για να μπει καλύτερα στο πετσί του ρόλου μιας και ο χαρακτήρας
που ερμήνευε σε μια σκηνή ήταν άυπνος το προηγούμενο βραδύ. Όταν ο Ολίβιε
έφθασε στο σετ το πρωί και είδε τον Χόφμαν σε αυτή την κατάσταση τον ρώτησε τι
είχε. Όταν ο Χόφμαν ως ηθοποιός της
μεθόδου του εξήγησε πως ήθελε να φανεί όσο πιο πραγματικό γίνεται, τότε ο
Ολίβιε είπε αυτή την αποστομωτική απάντηση. Αυτά για την ιστορία της
υποκριτικής. Όμως και το σκορ της ταινίας είναι
ένα από τα πιο αξιοθαύμαστα μείγματα μουσικής και εικόνας σ' αυτό το
αριστούργημα του Σλέσιντζερ. O
μαραθωνοδρόμος Ντάστιν Χόφμαν με το μελαγχολικό θέμα και ο ναζί εγκληματίας
Λώρενς Ολιβιέ με το βλοσυρό. Οι μουσικές αυτές εμφανίζονται στρατηγικά στην
αφήγηση μαζί με ένα απίστευτο 12τονικό θέμα αγωνίας στις έντονες σκηνές της
ταινίας. O Small υπήρξε μια ιδιοφυία που
δεν προβλήθηκε ποτέ όπως του άξιζε από τους ειδήμονες και σ ‘αυτήν την ταινία
(όπως και στο Klute λίγα χρόνια νωρίτερα) δημιουργεί ένα σκορ που
πρέπει να διδάσκεται στις σχολές κινηματογράφου όπως επίσης και η στάση του
μέγιστου σκηνοθέτη Σλέσιντζερ για τον τρόπο που το χρησιμοποιεί στην ταινία
του. Α! και η πιο διάσημη σκηνή της ταινίας (is it safe? ο Λώρενς Ολιβιέ
τρομοκρατεί με μια ακατάληπτη πρόταση τον πανικόβλητο Ντάστιν Χόφμαν πριν
αρχίσει να "ασχολείται" με τα δόντια του) δεν έχει μουσική... Πάμε
στον Lalo Schifrin με 3 πολύ ενδιαφέρουσα και αξιολογότατα σάουντρακ μακριά από
τις τζαζ καταβολές του. Πρόκειται για θαυμαστά δείγματα συμφωνικής μουσικής με
περίτεχνες ενορχηστρώσεις, εξαιρετικά βασικά θέματα, με έμφαση τόσο στην
ατμόσφαιρα όσο και στην περιπέτεια. Ξεκινάμε με το Voyage of the Damned
με ένα ονειρώδες καστ, όπου πρόκειται για την τραγική ιστορία Γερμανών εβραίων που το 1939 μεταναστεύουν με
το πλοίο SS St. Louis για την Κούβα για να γλιτώσουν από την Ναζιστική
θηριωδία. Ο Schifrin γράφει ένα σκορ που τονίζει περισσότερο την ατμόσφαιρα και
το δράμα στηριγμένος σε κάποια θέματα στην εβραϊκή μουσική παράδοση και γράφει
μερικά πολύ όμορφα αργά μέρη. Στο The Eagle Has Landed, είναι μεγαλοπρεπής και κλασικός υπογράφοντας ένα
ολοκληρωμένο πολεμικό σκορ με φανφάρες
ουβερτούρες ηρωικά μαρς μουσική αγωνίας, action cues, και ένα ασύλληπτο love theme από τα
κορυφαία της κινηματογραφικής ιστορίας. Από τις κορυφαίες του δουλειές. Στο Sky
Riders έχουμε άρωμα Ελλάδας. Ήμασταν η χαρά των τρομοκρατών στο δεύτερο
μισό των 70s ήμασταν και φτηνοί, άρα όλα τα κινηματογραφικά τρομοκρατικά
χτυπήματα γινόντουσαν στην Αθήνα. Έτσι και στο θριλεράκι του Ντάγκλας Χίκοξ,
στο οποίο ο Schifrin έγραψε ένα μπουζουκλερίδικο μπάλο στο βασικό θέμα (σαν να
ακούς αυτά τα LP με τα τσολιαδάκια στο εξώφυλλο που τα κάνανε μαζική εξαγωγή
στην Αστόρια τότε!) αλλά μετά το γυρίζει
στο δικό του ποιοτικό ύφος και το σκορ γενικά είναι δυναμικό με εξάρσεις και
καλή ενορχήστρωση...αξιόλογο action score. Ο John Carpenter με το Assault
On Precinct 13 δημιουργεί αίσθηση και φανερώνει ότι αυτός ο τύπος κάτι
έχει να μας πει. Αυτό το απλοϊκό ρυθμικό μπιτ στο φτηνιάρικο συνθεσάιζερ με το
ατμοσφαιρικό άμπιεντ χαλί θα αποτελούσε τον οιωνό για την μεγάλη αλλαγή που θα ερχόταν στην κινηματογραφική
μουσική μετά από 2 χρόνια. Και περνάμε στους Bernstein. Τον Elmer κσι τον Charles.
Θα ξεκινήσουμε με τον δεύτερο και θα συνεχίσουμε με τον πρώτο μιας και ο Elmer
είναι πιο σημαντικός. Ο Charles Bernstein γραφεί μουσική για το Gator την πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του Μπαρτ
Ρέινολντς την εποχή που μεσουρανούσε. Αποτελεί συνέχεια του πολύ επιτυχημένου WHITE
LIGHTNING και ο Bernstein έγραψε ένα ακόμα ιδανικό σκορ για τις
περιπέτειες του Μπαρτ του θεούλη στον αμερικάνικο Νότο. Άψογος συνδυασμός μπλούγκρας
και ροκ στοιχείων με ανάμειξη συμφωνικών στοιχείων, κυρίως πνευστών αλλά και
δυναμικού ρυθμού. Η επιτυχία τέτοιων ταινιών
έκαναν την βλαχο-ταινία δράσης σίγουρη επιτυχία ως υπο-είδος, και αυτό
επηρέασε και τη μουσική των ταινιών αυτών που ως βλαχο-έπη του αμερικάνικου
νότου με καουμπόηδες, γκομενάκια με σορτς, βλαμμένους σερίφηδες κλπ κλπ
υποστηρίζονταν από σκορ που είχαν έντονα στοιχεία από μουσική του Αμερικάνικου
νότου όπως χιλιμπίλι και μπλούγκρας (μπάντζο, βιολιά, mouthharp) αναμεμειγμένα
με στοιχεία μαύρης μουσικής (γκόσπελ, φανκ, σόουλ και ρυθμεντμπλουζ βασικά).
Αδιάφορες ταινίες ,αλλά πολύ ενδιαφέροντα σκορ. Όσο για τον Elmer έγραψε μουσική
για την τελευταία ταινία του Τζων Γουέιν το The Shootist και για την κωμωδία- γουέστερν με τον Τσαρλς Μπρόνσον From
Noon Till Three. Στην πρώτη ταινία έχουμε τα
γνωστά αποτελέσματα. Ηρωικά θέματα, μουσική αγωνίας, τρυφερά αργά μέρη, απότομες
εξάρσεις της ορχήστρας και φυσικά πολλά τύμπανα. Καταπληκτικό. Στο From
Noon Till Three πάλι έχουμε το ίδιο στυλ μα με πιο τρυφερές συνθέσεις. Το
The sailor who fell from grace with the sea με μουσική Johnny Mandel είναι
ενα από τα πιο παράξενα φιλμ της δεκαετίας του 70. Βασισμένο στο μυθιστόρημα του Yukio Mishima,
διαθέτει ένα πολυ ταιριαστό σκορ από τον μάστορα Johnny Mandel, μια
δουλειά χαμηλών τόνων που συνδύαζε το μυστήριο με το ρομάντζο, φτιαγμένη για να
οδηγήσει στην σοκαριστική κορύφωση του φινάλε.Ο David Grusin εγκαταλείπει την αγαπημένη
του τζαζ μουσική γι’ αυτό το all-star cast φιλμ σε σενάριο του Νηλ Σάιμον, το
περίφημο Murder by Death. Αμιγώς ορχηστρικό, δραματουργικά άψογο.
Μετά από μια σειρά τηλεοπτικών ταινιών πάνω σε κλασσικά έργα τρόμου, ο Dan
Curtis σκηνοθέτησε την δεύτερη του
κινηματογραφική ταινία το Burnt
Offerings. Έχοντας στη διάθεσή του ένα εκπληκτικό καστ, ο Curtis
δημιούργησε μια από τις κλασσικές ταινίες τρόμου στην ιστορία του αμερικάνικου
σινεμά, και για τη μουσική της είχε στο πλάι του τον μόνιμο συνεργάτη του Bob
Cobert. Το σκορ είναι προσανατολισμένο στη δημιουργία ατμόσφαιρας και πετυχαίνει
απόλυτα κρατώντας παράλληλα και τη θεματική του αυτονομία χάρη στο ιδιαίτερα
ατμοσφαιρικό music box theme. Σκορ φόρμας και αργόσυρτο σίγουρα αλλά κλασσικό. Όπως
άψογο συμφωνικό σκορ είναι και το Futureworld του Fred Karlin με
τον Πίτερ Φόντα που αποτελεί συνέχεια του Westworld. Εδώ ο Karlin το ρίχνει στην
συμφωνική ορχήστρα την οποία υποστηρίζει με κάποια ηλεκτρονικά τα οποία αντί να
φθηνύνουν το αποτέλεσμα το απογειώνουν. Ευρηματικότατο και πολύ στιβαρό και επικεντρωμένο
σαν αυτόνομο άκουσμα. Ακόμα πιο συμφωνικό σκορ που βρίθει από ευρηματικά θέματα
και χορταστική μουσική είναι το Return Of A Man Called Horse του
Laurence Rosenthal, που δεν έχει καμία σχέση με τους πειραματισμούς του
Rosenman στην πρώτη ταινία. Εδώ έχουμε μια αρμονική μαγεία, μελωδική χάρη και
πλούσιο ογκώδη ήχο που περιγράφει όλες τις διακυμάνσεις και τα συναισθήματα της
ταινίας, όχι όμως επιφανειακά αλλά βουτώντας στις ψυχές των ηρώων και το στόρι
της ταινίας. Αριστούργημα. Επίσης δυναμικό συμφωνικό σκορ υψηλότατου επιπέδου
είναι και το Grizzly από τον παραγνωρισμένο Αμερικάνο συνθέτη Robert
O. Ragland γι’ αυτήν την περιπέτεια τρόμου με ένα τερατώδες αρκούδι που τρομοκρατεί
φουκαράδες που πέφτουν στο δρόμο του. Και κλείνουμε το κεφάλαιο Αμερική με ένα
από τα διασημότερα, δημοφιλέστερα και μνημειώδη σκορ όλων των εποχών!!!Δεν
είναι ούτε το Omen, ούτε το Taxi Driver το κορυφαίο σκορ μέσα σε ταινία για το 1976, αλλά το Rocky του Billarou Conti. Μπορεί
οι ενορχηστρώσεις να είναι κάπως ελαφριές και ποπ, μπορεί το θέμα να φαντάζει κάπως
απλοϊκό σε σύγκριση με τα συμφωνικά αριστουργήματα της συγκεκριμένης χρονιάς
όμως ο αντίκτυπος που είχε στην ταινία ήταν ένας πραγματικός σεισμός 12 ρίχτερ
που δεν άφησε τίποτα όρθιο στο πέρασμά του. Αμέσως αυτή η φανφάρα δέσποζε σε
κάθε αθλητικό γεγονός σε κάθε γυμναστήριο και ακόμη και μέχρι σήμερα συνοδεύει την
προπόνηση πολλών αθλητών. Αναμφισβήτητα αν διάλεγα τα σάουντρακ με το πόσο εξυπηρετούν
την ταινία τότε το σκορ του Rocky παίρνει την πρώτη θέση παμψηφεί
και ασυζητητί. Να λοιπόν μια άλλη μεγάλη διαφορά μεταξύ άλμπουμ και σκορ. Όμως
ενώ έχουμε να κάνουμε με ένα ελαφρύ άκουσμα κατά έναν παράξενο τρόπο καθόλου
δεν μειώνεται η αξία της μουσικής. Αυτό το ηρωικό θέμα το οποίο θα ακουστεί σε όλες
τις παραλλαγές του πότε από ένα πιανάκι, πότε από κουαρτέτο εγχόρδων, πότε από τραγούδι,
πότε από ορχήστρα έχει τέτοιο βάρος που δεν μπορεί να σε αφήσει αδιάφορο ακόμη
και αν δεν σου αρέσει η ταινία. Εδώ ο Μπίλαρος ξεπέρασε το έργο γράφοντας μια μουσική
για τον αγώνα ενός ανθρώπου να παραμείνει όρθιος ακόμη και αν αντιμετωπίζει
έναν πολύ ανώτερο αντίπαλο. Γι’ αυτό το πράγμα μας μιλάει η μουσική του Conti.
Και αυτό ακριβώς επισημαίνει και ο Σταλόνε στο βιβλιαράκι του σιντί. “When I wrote the script for Rocky, I wanted
passion music. I wanted a symphony of powerful men, of lonely women, of
thick-necked losers, of human ships that crash in the night. Of love.
Of courage. Of dignity cast in
bronze. I only wished the music could come from inside me, but I was born with
ears of stone. Bill Conti shook
everyone’s hand [at the initial consultation] and walked out the door. Three weeks later, Conti walked in the door
with music under his arm. The music began. I was sweating. I am impossible to
satisfy, I thought. I was cheering! Τα υπόλοιπα
ανήκουν στην ιστορία. Μνημειώδες σκορ στην ιστορία της δισκογραφίας, στην ιστορία
της κινηματογραφικής μουσικής. Ανελέητο και απερίγραπτο έπος.
Γαλλία: Ανεπανάληπτος Philippe Sarde στην καλύτερη χρονιά της
καριέρας του. Όλα του τα σκορ ένα κι ένα. Ξεκινάμε με το μνημείο του Ρομάν
Πολάνσκι The Tenant. Το αριστουργηματικό φιλμ του Ρόμαν Πολάνσκι
έχει να κάνει με ήρωα έναν καταπιεσμένο ανθρωπάκο που γίνεται έρμαιο των
διαθέσεων και των παραξενιών των ενοίκων της πολυκατοικίας του αλλά και του βασανισμένου
πνεύματος της κοπέλας που αυτοκτόνησε στο διαμέρισμά του πριν μπει αυτός.
Σάτιρα με πινελιές τρόμου από τον Πολάνσκι που ο ίδιος ενσαρκώνει το ρόλο ενός
αδύναμου και ευγενικού Εβραίου που καταπιέζεται μέρα με τη μέρα μέχρι την
τελική κάθαρση. Ο Sarde επικεντρώνεται στον χαρακτήρα γράφοντας ένα εξαίρετο
βασικό θέμα με κλαρινέτο και glass harmonica (!!) σε ένα σκορ ιδιοφυές,
πρωτότυπο που σου καρφώνεται στο μυαλό για πάντα όταν το ακούσεις... η ταινία
και η μουσική άνετα θα μπορούσαν να
παίξουν για τα Όσκαρ αλλά ως γνωστόν ο Πολάνσκι είχε κατηγορηθεί για τον βιασμό
ενός δεκατετράχρονου και είχε φύγει έναν χρόνο πριν από την Αμερική...του τα
είχαν μαζεμένα λοιπόν και την πλήρωσε η ταινιάρα αυτή μαζί με την μουσικάρα
της...κρίμα. Εκτός όμως από την συνεργασία του με τον Πολάνσκι είχε και συνεργασίες
με τους σπουδαιότερους Γάλλους σκηνοθέτες της εποχή εκείνης. Τον Αντρέ Τεσίνε (Barocco)
τον Μάρκο Φερέρι (La Dernière Femme), με τον
Μπερτράντ Ταβερνιέ (Le Juge Et L'Assassin) και τον Κλωντ Σοτέ (Mado). Πραγματικά
περιζήτητος ο Γάλλος σαν να λέμε ο Alexander Desplat της
εποχής εκείνης. Πάμε να τα δούμε ένα ένα. Στο Barocco απέσπασε το
Σεζάρ μουσικής και επρόκειτο για ένα υπαρξιακό δράμα με τον Ντεπαρντιέ και την
Ατζανί με πινελιές Χίτσκοκ. Η μουσική του Sarde έχει μια Χερμανίζουσα χροιά με
αυτά τα έγχορδα που άλλοτε επιτίθενται ανηλεώς και άλλοτε χαϊδεύουν τα αυτιά
του θεατή, αλλά και κάποια αδιάφορα μέρη μουσικών παρελάσεων. Σποραδικά
τοποθετημένο στην ταινία και μικρό,(τα γνωστά εικοσάλεπτα σκορ που έκανε τότε ο
συνθέτης) αλλά εντυπωσιακό και ιδανικό
τόσο για την ταινία του Αντρέ Τεσινέ, όσο και ως άλμπουμ. Στο La Dernière
Femme με Ντεπαρτιέ και Ορνέλα Μούτι έχει τοποθετήσει αυτούσιες μουσικές
του από την ταινία Lisa συν δυο καινούργιες συνθέσεις, ενώ στο Le Juge Et
L'Assassinμε με Φίλιπ Νουαρέ και Ιζαμπέλ Ιπέρ γράφει ένα
αριστουργηματικό νεορομαντικό συμφωνικό σκορ πάλι όμως με εικοσάλεπτη διάρκεια.
Τέλος το Mado με Μισέλ Πίκολι και Ρόμυ Σνάιντερ (τότε παίζανε συνέχεια
μαζί σαν να λέμε Βουγιουκλάκη – Παπαμιχαήλ αλλά σε επίπεδο champions league και όχι Α τοπικό) είναι πολύ μικρό σε διάρκεια οπότε δεν θα αναφερθούμε.
Πάμε στον Maurice Jarre και στην ταινία του Ηλία Καζάν The last tycoon
όπου Ντε Νίρο και Νίκολσον παίζουν μπουνιές. Ο Jarre στηρίζει την ταινία πάνω
σε ένα μελωδικότατο θέμα και το παραλλάσει με συγκλονιστικούς τρόπους. Ανατριχιαστικό
και μια από τις καλύτερες συνθέσεις του
σαν αυτόνομη σύνθεση, αλλά η υπερβολική του ρομαντίλα δεν ταιριάζει για τον τελευταίο
μεγιστάνα. Εντελώς έξω από το προσωπογράφημα
του ήρωα, αλλά σούπερ σαν αυτόνομη μουσική. Στην περιπέτεια όμως Shout at
the Devil, με Λη Μάρβιν και Ρότζερ
Μουρ είναι όχι μέσα στην υπόθεση αλλά βρίσκεται σε εξαιρετική κατάσταση συνθέτοντας
ένα άψογο πολεμικό σκορ για μια ιστορία που διαδραματίζεται το 1913 και με επιρροές
από Σοστακόβιτς υπογράφει ακόμη ένα top έργο στην δισκογραφία
του. Ο Michel Legrand με το Ode to Billy Joe είναι συμφωνικός μελωδικός όπως μας έχει συνηθίσει γι’ αυτό το ρομάντζο βασισμένο στο θρυλικό
τραγούδι του Bobby Gentry, ενώ στο The Smurfs and The Magic Flute
συνδυάζει συμφωνική ορχήστρα με ποπ ενορχηστρώσεις σε ένα πολύ ευχάριστο
αποτέλεσμα με το φλάουτο σε πρώτο ρόλο. Περνάμε στον ελαφρύ Francis Lai που έγραψε μουσική για το φιλμ του
Κλωντ Λελούς Le Bon et les Méchants όπου έχουμε ξεκάθαρα ένα αριστούργημα
της ελαφριάς μουσικής που δεν έχει καμία σχέση βέβαια με την υπόθεση της ταινίας
όπου έχουμε μια γαλλική ιστορία του Μπόνι και Κλάιντ. Κολλημένος στο σήμα του ο
συνθέτης είπαμε δεν αλλάζει ύφος ακόμη και αν γράψει μουσική για τα σαγόνια του
καρχαρία. Πάντως το βασικό θέμα του έχει γίνει και τραγούδι από μας με τίτλο “ήταν
ένα αγόρι ήταν ένα κορίτσι” από τον Πασχάλη και τους Olympians. Ενώ στην αστυνομική
ταινία με τον Πελμοντό The Body of My Enemy /Le Corps De Mon Ennemi πάλι είναι ελαφρύς λες και επρόκειτο
για ρομάντζο σε Ελληνικές ακρογιαλιές. Μελωδικότατο βέβαια. Κορυφαία και τα δυο
ασχέτως αν δεν ταιριάζουν στην ταινία αλλά μόνο για φίλους της πολύ ελαφράς μουσικής.
Πάμε στον πιο σοβαρό Georges Delerue όπου συνέθεσε το σκορ της κωμωδίας Calmos
μια πολύ ευχάριστη και μελωδική μουσική με τζαζ αποχρώσεις και με τα φωνητικά του Maurice Varder να είναι
διαρκώς παρών κάθολη την διάρκεια της μουσικής. Από τα πιο ευρηματικά του σκορ.
Στο Comme Un Boomerang ένα αστυνομικό δράμα με Αλέν Ντελόν πατάει
σε δυο άξονες. Ο ένας ο δραματικός με έντονα μελαγχολική διάθεση σαν να προμηνύει
ένα κακό τέλος και ο άλλος στο δυναμικό και γρήγορο τέμπο με τζαζ διάθεση. Έτσι
κάνουν δουλειές κύριε Lai. Όχι ένα πράγμα μόνο. Το φιλμ του Ζαν Ζακ Ανω La Victoire En Chantant/ Black And White In Color σε μουσική Pierre Bachelet κέρδισε Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας όπου επρόκειτο για ένα
επίτευγμα κινηματογράφησης για την εποχή κάτι σαν ντοκιμαντέρ, κάτι σαν
μυθοπλασία. Ο Bachelet συνδυάζει μοντέρνες ενορχηστρώσεις, ορχήστρα και έθνικ
αφρικάνικα στοιχεία με απλοϊκά αποτελέσματα. Περνάμε στον Vladimir Cosma όπου είχε
δυο σκορ για ταινίες που σημείωσαν τεράστια επιτυχία. To εικοσαλεπτο Un Éléphant Ça Trompe Énormément
οδήγησε σε σίκουελ ένα χρόνο αργότερα αλλά και σε ένα θρυλικό αμερικάνικο
ριμείκ 8 χρόνια αργότερα (LADY IN RED). Το φιλμ του Yves Robert
είχε ένα πολύ πετυχημένο σκορ από τον Vladimir Cosma ο οποίος συνέθεσε τη
"φαντασίωση" του βασικού πρωταγωνιστή με μια υπέροχη πιανιστική
μελωδία και αφιέρωσε το υπόλοιπο σκορ σε ελαφριές τζαζ συνθέσεις. Στο L΄ Aile Ou La Cuisse έχουμε τον μάστερ της Γαλλικής
κωμωδίας Claude Zidi να συναντά τον κορυφαίο κωμικό της εποχής του Louis De
Funnes και μαζί να δημιουργούν μια ντελιριακή σάτιρα για την διαφορά της
Γαλλικής από την αμερικάνικη γαστριμαργική κουλτούρα. Ο Vladimir Cosma είχε
κάνει τη μουσική για τις περισσότερες ταινίες του Zidi μέχρι εκείνη τη στιγμή
και ανέλαβε κι εδώ το σκορ με ιδιαίτερα πετυχημένα αποτελέσματα. Το σκορ, με
έντονα μπουρλέσκ και σκερτσόζικα στοιχεία, είναι επικεντρωμένο στην
καρικατουρίστικη περσόνα του De Funnes και ταιριάζει απόλυτα στην ταινία αν και
στο άλμπουμ η pastiche δομή του ίσως κουράσει κάποιους. Και κλείνουμε με το
φιλμ Une femme fidèle/A ,Faithful Woman, του Ρότζερ
Βαντίμ με Σύλβια Κριστέλ, Νάταλι Ντελόν και Τζων Φινς που μας αφηγείται την ιστορία
ενός αριστοκράτη που βάζει στόχο να αποπλανήσει
την κόμισσα Σύλβια Κρυστέλ και την ερωτεύεται,
και μετά μπλέκεται και το νυμφίδιο η Νάταλι και γίνεται της Γαλλίας. Στο σκορ συναντάμε
τους Mort Shuman και Pierre Porte που γράψαν ένα αριστουργηματικό σκορ που φυσικά
το διακατέχει μια απέραντη ρομαντίλα.
Ιταλία: Όπως πάντα ξεκινάμε με τον οδοστρωτήρα Ennio
Morricone όπου είχε πολλά και σημαντικά σκορ για άλλη μια χρονιά. Φυσικά δεν γίνεται
να μην ξεκινήσουμε με το 4ωρο έπος του Μπερτολούτσι 1900. Ο Morricone προσεγγίζει όλη αυτή την εποχή
και μια ολόκληρη χώρα τελείως εσωτερικά και δραματικά κάνοντας κάτι τελείως διαφορετικό
από τους μεγάλους μουσικούς της χρυσής εποχής του Χόλυγουντ. Το αποτέλεσμα
είναι ένα πολύ στιβαρό και έντονο δραματικά σάουντρακ, όλο συμφωνικό χωρις τους
παρατραβηγμένους ατονικούς πειραματισμούς του, αλλά το άλμπουμ είναι μονότονο και δεν τσουλάει. Υπάρχουν αριστουργηματικές
δραματικές στιγμές, αλλά ξεχάστε τον ηρωισμό και τον λυρισμό και την πολυπλοκότητα
του Gone with the wind, του How the west has won , του Dr. Zhivago και άλλων παρόμοιων σάουντρακ που περιγράφουν μια ολόκληρη εποχή,
την πορεία των ηρώων και την εξέλιξη μιας χώρας μέσα από μια ταραγμένη περίοδο.
Δεν θυμάμαι πως υποστηρίζει τις εικόνες γιατί είχα δει το φιλμ πολύ παλιά και μάλιστα
σε βιντεοκασέτα, αλλά σαν άλμπουμ η μονοτονία του είναι πολύ εμφανής. Βέβαια εδώ
οι απόψεις διίστανται. Ο Βασίλης Κουτσουνάκης κάνει την παρέμβαση του: “H αξία του σκορ του Morricone
ακουμπάει σε αυτό ακριβώς που γράφεις...ότι δεν εισβάλει στις εικόνες, γιατί οι
εικόνες δεν το ζητούν αυτό. Το σκορ ακουμπάει στην περίοδο δράσης,
προ-φασιστική, φασιστική και μετά-φασιστική Ιταλία, οι κεντρικοί χαρακτήρες
είναι χωρικοί και χαμηλά στρώματα, σε αντίθεση με τα έργα που αναφέρεις
παραπάνω δεν αναφέρεται σε μεγαλοαστούς, πλούσιους και θρυλικά φανταχτερά
πρόσωπα. Η ταινία απομυθοποιεί και προσγειώνει...δες το φινάλε που ο Ντεπαρντιέ
και ο Ντε Νίρο πλακώνονται σαν τρελόγεροι..η σκηνή είναι τόσο απομυθοποιητική
που φτάνει στα όρια του κωμικού...ο Μπερτολούτσι δεν ενδιαφέρεται να αποδώσει
μουσικά την επανάσταση του προλεταριάτου με επικές Προκοφιεφικές ή
Σοστακοβιτσικές φανφάρες και ορχηστρικούς όγκους, αλλά σαν μια ταραγμένη
περίοδο που ο κόσμος υπέφερε και οι χαρακτήρες ανασυνθέτονταν μέσα από τις
υπερ-ρεαλιστικά αποδιδόμενες στην ταινία καταιγιστικές εξελίξεις της περιόδου
εκείνης. Το σκορ του Morricone λοιπόν είναι προσγειωμένο όντας αφοσιωμένο
σε συναισθήματα και χαρακτήρες. Η δυναμική σκηνοθεσία, η φωτογραφία και οι
προσγειωμένες ερμηνείες είναι σε πρώτο πλάνο...who the fuck needs bombastic
orchestral overtures” . Όπως είπα και παραπάνω δεν μπορώ να κρίνω την μουσική
του Ennio για μέσα στην ταινία γιατί δεν την θυμάμαι. Εδώ αναφέρομαι
σε άλμπουμ. Το γεγονός πως είχε να γράψει μουσική για μια περίοδο, προ-φασιστική-
φασιστική- μετά φασιστική, και κατέφυγε στο ίδιο ύφος χωρις ενορχηστρωτικές και
θεματικές διαφοροποιήσεις και σε μια ταραγμένη
εποχή με σπουδαία γεγονότα διαλέγοντας έναν εσωτερικό δρόμο δεν με βρίσκει σύμφωνο
ούτε με τον Μπερτολούτσι ούτε με τον Morricone. Μια επανάσταση της εργατικής τάξης
χρειάζεται πολύ πιο δυναμική μουσική αντιμετώπιση. Γιατί να μην έχουν οι εργάτες
κι αυτοί μια δυναμική ουβερτούρα; Υπέρβαση ‘καναν. Θα μου πεις τολμάς και διαφωνείς με τον
Μπερτολούτσι και τον Morricone; Ποιος είσαι; Εδώ τολμάω και διαφωνώ με την σκιά
μου δεν θα διαφωνώ με τον οποιοδήποτε; Εν πάση περιπτώση η απόφαση είναι δικιά σας.
Αντιθέτως στο δράμα για τον β παγκόσμιο πόλεμο And Agnes Chose to Die /L'Agnese va a
morire για την ιστορία μιας αντιστασιακής έχουμε έναν Morricone σε πολύ
μεγάλα κέφια ευρηματικό με διάθεση να δημιουργήσει πολλά θέματα και να τονίσει
κάθε πτυχή αυτού του κατορθώματος. Αριστουργηματική δουλειά. Στην ταινία του
Μπολονίνι με τον Αντόνι Κουίν The Inheritance, ο Morricone είναι
σπουδαίος στο δραματικό κομμάτι, αλλά το σιντί έχει και αρκετή source μουσική,
χορούς κλπ. Στο The Desert of the Tartars έχουμε μια εξαιρετική
ταινία, ένα δράμα χαρακτήρων για ένα
στρατόπεδο που περιμένει επίθεση από έναν εχθρό που υποτίθεται ότι έρχεται...η
κλιμακούμενη ένταση δημιουργεί καταστάσεις μεταξύ των αξιωματικών. Ο Morricone γράφει
ένα άψογο σκορ που υπογραμμίζει την απομόνωση των στρατιωτών στην έρημο περιμένοντας
τη δράση που δεν έρχεται. Όμποε και όργκαν σε συνδυασμό με τα στοιχειωτικά
έγχορδα του Morricone δημιουργούν μια μοναδική ατμόσφαιρα στο παραγνωρισμένο
αριστούργημα του Βαλεριο Ζουρλίνι, αλλά και πάλι σαν αυτόνομη ακρόαση αυτή η στατική
ατμόσφαιρα θα ενοχλήσει αρκετούς. Ευτυχώς
το δραματικό στοιχείο από την άλλη λειτουργεί σαν αντίβαρο και μαλακώνει κάπως
την ακρόαση. Στο The Divine Nymph/ Divina creatura με την Λάουρα Αντονέλι να κοροϊδεύει και να παίζει με τον
Τέρενς Σταμπ και τον Μισέλ Πλασίντο ο σπουδαίος Ιταλός μουσικός δημιουργεί ένα συγκλονιστικό
κυρίως θέμα αλλά όλο το υπόλοιπο ξεπέφτει σε μουσική καμπαρέ. Στο René La
Canne με Ντεπαρντιέ – Πίκολι- Σύλβια Κριστέλ ο μαέστρος το ρίχνει στην
ποπ με ευρηματικές στιγμές. Μετά τον Morricone έχουμε τον Nino Rota που συνεργάζεται για μια ακόμη
φορά με τον Φελίνι στο Il Casanova. Ονειρική η μουσική του Rota
με πολύ πρωτότυπη ενορχήστρωση και με φευγάτη ατμόσφαιρα. Δύσκολη δουλειά αλλά εξαιρετικά
γοητευτική. Το Mr. Klein
του Τζόζεφ Λόουζυ με τον Αλέν Ντελόν σάρωσε στα Σεζάρ εκείνη τη χρονιά και έχει ένα υποχθόνιο ατονικό ατμοσφαιρικό
σκορ, σαν την μαυρίλα πίσω από τον εβραίο έμπορο κύριο Κλάιν, από τον Ιταλό Egisto
Macchi και τον Γάλλο Pierre Porte. Ο Macchi
έγραψε το ορχηστρικό σκορ και ο Porte έγραψε τα θέματα source και κάτι πόλκες
και φοξ τροτ αλλά σαν άκουσμα δεν έχει τίποτα ιδιαίτερο. Αφήνουμε τους Ιταλούς συνθέτες
με τα τρία καλύτερα σάουντρακ που γράψανε
εκείνη την χρονιά. Λουκίνο Βισκόντι ο Μέγας. Σε ένα ακόμη αριστούργημα όπως
είναι η ταινία L' Innocente. Ιταλική αριστοκρατία φυσικά και ολόκληρη
η διαφθορά και η υποκρισία παρουσιάζονται με έναν μοναδικό τρόπο από τον σκηνοθέτη
που όντας μαρξιστής και αριστοκράτης τους ήξερε καλύτερα απ’ όλους. Όμως η αριστοκρατία
δεν κρύβεται στο έργο του Βισκόντι και ο ευτυχώς ο Μέγας Ιταλός δημιουργός πήρε
μόνο τα καλά της στοιχεία. Την τρομακτική αισθητική στα πλάνα. Όπως όμως δεν φεύγει
τελείως από τον Βισκόντι το DNA της αριστοκρατίας όσο κι αν την μισούσε, έτσι δεν φεύγει και
από τον σπουδαίο Franco Mannino το DNA της κλασικής μουσικής. 20 αριστουργηματικά λεπτά έγραψε και κοιτάχτε τι τίτλους έδωσε: Adagio for
violin, Adagio for orchestra, Adagio for piano, Adagio for cello, orchestra
Andante for piano. Τι να λέμε;;;Έπος!!! Μια υπερεπιτυχημένη
ταινία ήταν το Keoma. Μια δεκαετία και βάλε μετά το θρυλικό DJANGO,
ο Franco Nero ερμηνεύει έναν ακόμα μυστηριώδη μοναχικό πιστολέρο σ ‘αυτό το
πολύ πετυχημένο ιταλογουέστερν του Enzo Castellari. Το έντονα υποβλητικό
σκηνοθετικό ύφος της ταινίας υποστηρίζουν μουσικά τα αδέρφια De Angelis που
συνθέτουν στο σύνηθες folky στυλ τους με κιθάρες και υπερ-δραματικά φωνητικά,
ενισχύοντας έντονα την ατμόσφαιρα της ταινίας αλλά και τον ίδιο τον χαρακτήρα
του ημίαιμου Ινδιάνου Κεόμα που ερμήνευσε ο Nero. Το A Woman at Her Window ένα φιλμ Ρομύ Σνάιντερ
και Φιλίπ Νουαρέ ένα δράμα εποχής που διαδραματίζεται στη δικτατορία του
Μεταξά στην Ελλάδα έχει ένα κορυφαίο δραματικό σκορ από τον Carlo Rustichelli
με άψογες ενορχηστρώσεις και χωρις να υπάρχει ίχνος φολκ κιτσαριών με Ελληνική
μουσική. Ακόμη όμως πιο γεμάτο, πιο εκτυφλωτικό,
πιο πολύπλοκο είναι το σκορ που έγραψε ο Pino Donaggio για την ταινία του Ντεπάλμα
(δεύτερη εκείνη την χρονιά) το Carrie που φυσικά έγραψε ιστορία.
Δεν είναι το γεγονός ότι ταιριάξανε για μια ακόμη φορά τα πλάνα του Ντεπάλμα ιδανικά
με την μουσική είναι το γεγονός το ότι ο Ιταλός είδε στην Carrie
μια μοναξιά, μια μελαγχολία, μια τραγική ηρωίδα και την περιέλουσε με λυρική
και δραματική μουσική όπως περιέλουσαν την Carrie με αίμα ζώου
και την χλεύασαν οι συμμαθητές της. Τεράστιο σάουντρακ και μέσα και έξω από την
ταινία. Και κλείνουμε την Ιταλία με τους αγαπημένους παράφρονες Goblin που ένα χρονο
πριν το σάουντρακ μύθο Suspiria υπέγραψαν την μουσική για δυο ταινίες. . Το High
Rollers/ Roller του Σέρτζιο Κομπούτσι με Άντονι Κουίν είναι μια crime-comedy που
εξελίσσεται στην Γαλλία της δεκαετίας του 20. Στα παπάρια των Goblin μιας και αυτοί
συνέχισαν στο γνωστό τους σήμα την progressive rock. Ενδιαφέρον σκορ καμία όμως σχέση
με τα ευρήματα τις ιδέες και την τόλμη άλλων δουλειών τους όπως είναι τα θρίλερ
του Αρτζέντο. To Perché Si Uccidon ένα δράμα για τα κακά ναρκωτικά πάλι έχει ένα ροκ σκορ από
τους Ιταλούς με κάποια δραματικά φωνητικά και το φλάουτο να σώζουν την κατάσταση από την απλοϊκότητα.
Γερμανία: Οι Γερμαναράδες του Προγκρέσιβ ροκ Popol Vuh ξαναχτυπούν για
ακόμη ένα έπος του Βέρνερ Χέρτζογκ το Heart of Glass. Εκπληκτικά ταιριαστό
στην ταινία προσδίδει ένταση και ατμόσφαιρα, αλλά η ροκ σε σχέση με την τζαζ
και την συμφωνική μουσική έχει χαμηλό ταβάνι. Μόνο όταν συνδυαστεί και με άλλα είδη
μπορεί αυτό το είδος να απογειωθεί.
Ιαπωνία: To The Inugamis είναι η
πρώτη κινηματογραφική δουλειά του διάσημου Ιάπωνα τζαζίστα Yuji Ohno ο οποίος
υπέγραψε μερικά υπερδημοφιλή σκορς εντός και εκτός Ιαπωνίας στη δεκαετία 75-85.
Στο συγκεκριμένο φιλμ του σπουδαίου σκηνοθέτη Kon Ichigawa ο Ohno έγραψε ένα
σκορ βασισμένο στη μελωδία δεδομένου ότι αστυνομικό μυστήριο που έγραψε ο
συγγραφέας Seishi Yokomizo ήταν φουλ στο δράμα και την ίντριγκα. Το ύφος του
Ohno είχε ψήγματα από το Ευρωπαϊκό ελαφρύ στυλ της δεκαετίας του 70 που ήταν
ιδιαίτερα δημοφιλές στην Ιαπωνία, διανθισμένο όμως με ρυθμό και ενορχηστρώσεις
τζαζ ύφους κυρίως, που φανέρωναν ένα ιδιαίτερο και ξεχωριστό ταλέντο. Το
άλμπουμ που είχε κυκλοφορήσει τότε έκανε τον Ohno διάσημο και ακόμα και σημερα
είναι περιζήτητο. Ο Ναγκίσα Οσίμα σοκάρει τον κόσμο με το Empire of the
Senses. Στην μουσική έχουμε τον Minoru Miki με πολύ γιαπωνέζικη
μουσική. Μα πολύ όμως. Μόνο για Ιάπωνες. Έκτακτο στην ταινία , μα σαν άκουσμα
προτιμώ να φάω σούσι μέχρι να πεθάνω.
Αγγλία: John Barry σε τρομερή κατάσταση. Το Robin and Marian είναι μια από τις καλύτερες δουλειές του, γεμάτη χάρη και
αρμονία, με κλασική δομή, σωστή επεξεργασία θεμάτων, υπέροχο love theme, και
ασφαλώς πολύ πιο πλούσιο μουσικά, σε σχέση με τον εντυπωσιακό ,αλλά μονότονο King Kong . Το The Scarlet Buccaneer/ Swashbuckler του John Addison, είναι
μια ταινία με πειρατές, παρωδία στην ουσία των επικών περιπετειών του Έρολ
Φλυν. Ο Addison γράφει ένα πολύ αξιόλογο action score με
κωμικές πινελιές πολύ μελωδικό και κεφάτο, καμία σχέση με τα βαριά σκορ των
μέγιστων του Χόλυγουντ, αλλά πολύ ευρηματικό, μελωδικό με δουλεμένη
ενορχήστρωση και οικονομία στην ορχήστρα.
Ισπανία: Ένας από τους σημαντικότερους κλασικούς συνθέτες του δεύτερου
μισού του 20ου αιώνα συνθέτει την μουσική για το θρίλερ Who Can Kill A
Child? Quién Puede Matar A Un Niño?. Τα παιδιά ενός ειδυλλιακού
νησιού αποκτούν δολοφονικά ένστικτα και ένα παγιδευμένο ζευγάρι προσπαθεί να
ξεφύγει, σ ‘αυτό το εφιαλτικό αλλά και αλληγορικό φιλμ τρόμου του Narciso Ibanez Serrador. O σπουδαίος Waldo De Los Rios συνθέθεσε ένα σκορ τρόμου με αλεατρορικούς προσανατολισμούς,
βασισμένο ωστόσο, σε ένα βασικό θέμα με ρυθμό νανουρίσματος. Τόσο το σκορ όσο
και η ταινία απέκτησαν τεράστια φήμη με το πέρασμα των χρόνων και σίγουρα η
μουσική αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα στο είδος.
ΟΣΚΑΡ - The Omen-Jerry
Goldsmith
Obsession-Bernard
Herrmann
The Outlaw
Josey Wales-Jerry Fielding
Taxi
Driver-Bernard Herrmann
Voyage of the
Damned-Lalo Schifrin
Top-10 με βάση το αυτόνομο άκουσμα
1. The Omen- Jerry Goldsmith
2.“Obsession”-
“Taxi Driver”- Bernard Herrmann
3.“The
Cassandra Crossing”- Jerry Goldsmith
4.“Robin and
Marian”- John Barry
5.“Rocky”-
Bill Conti
6.“Carrie” –
Pino Donaggio
7.“Return Of
A Man Called Horse” - Laurence Rosenthal
8.“The Tenant”
– “Barocco” – “Le Juge Et L'Assassin” - Philippe Sarde
9.“Shout at
the Devil” – “The last tycoon” - Maurice Jarre
10.“L'
Innocente” - Franco Mannino
Το ανεπανάληπτο Ρέκβιεμ του Γκολντσμιθ
Η απονομη
Δεν ηταν ομως μονο η προφητεια αλλα και το συνδρομο της Κασανδρας ενα μεγαλο σαουντρακ
Μα και το love theme του ,που πιστευω οτι ειναι το κορυφαιο που μας εχει δωσει.
Και ο κλασικος Ροκυ.Ακουστε τον Μπιλ Κοντι να λεει πως εμπνευστηκε το θεμα.
Ενα ρομαντικολυρικο αριστουργημα απο τον Τζων Μπαρυ
Καθολου εγχορδα δεν χρησιμοποιησε ο Χερμαν για τον
Ταξιτζη
Ακουστε την ιστορια γυρω απο το σκορ
Κι εδω το βλεπετε σε διασκευη για συμφωνικη ορχηστρα
οπου φυσικα εχουν προστεθει τα εγχορδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου