ΤΑ ΜΥΘΙΚΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ
Του Benh Zeitlin
Ο Ομπάμα είναι θερμός υποστηρικτής της ταινίας. Η Όπρα
Γουίνφρεϊ έμεινε εκστασιασμένη και αμέσως κάλεσε τον σκηνοθέτη στην εκπομπή
της. Σύσσωμος όλος ο τύπος και ειδικά ο ελληνικός έδωσε στην ταινία 4 και 5
αστέρια. Για ποιο λόγο λοιπόν όλα αυτά;
Η ταινία αναφέρεται στους αδικημένους μιας περιοχής
όπου πλήγηκε άσχημα από ένα τυφώνα. Κάτι σαν την Νέα Ορλεάνη. Καταρχήν οι
φυσικές καταστροφές δεν είναι ίδιες για όλο τον κόσμο. Αλλιώς τις βιώνει ένας
εξαθλιωμένος λαός αλλιώς οι πλούσιοι. Εγώ μέχρι τώρα έχω ακούσει για βιβλικές
καταστροφές σε φτωχογειτονιές. Δεν έχω ακούσει να καταστρέφεται κανά Μπέβερλυ
Χιλς, κανά Λας Βέγκας, καμιά Εκάλη. Όλο για Φιλιππίνες ακούω, Για Νέα Ορλεάνη,
για Μενίδι κλπ. Για τους κατοίκους του Μπέβερλυ Χιλς μια καταιγίδα φαίνεται ρομαντική
και ένας καύσωνας ευκαιρία για πισίνα πάρτι. Για τους κατοίκους της Νέας
Ορλεάνης ή της Ινδονησίας μια καταιγίδα σημαίνει θάνατος.
Η συγκεκριμένη ταινία παίρνει το μέρος των
εξαθλιωμένων. Βλέπει πως βιώνουν μια τέτοια καταστροφή άνθρωποι αγράμματοι,
αμόρφωτοι, σχεδόν αγροίκοι που δεν έχουν καμία πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική
περίθαλψη και ζούνε σε κάτι χαμόσπιτα με τις αρρώστιες να παραμονεύουν. Τίθεται
λοιπόν το εξής θέμα. Ή μάλλον δύο θέματα: Πρώτον, Ποιοι φταίνε που ζούνε έτσι
αυτοί οι άνθρωποι και δεύτερον τι κάνουν αυτοί προκειμένου να καλυτερέψουν την
ζωή τους. Ας τα δούμε ένα-ένα.
Φυσικά στην πρώτη περίπτωση φταίει το κράτος που δεν
έχει φροντίσει να τους εξασφαλίσει τα στοιχειώδη. Ένα σπίτι, ένα σχολείο, ένα
νοσοκομείο. Μέχρι εδώ όλα καλά. Στο δεύτερο ζητούμενο είναι το πρόβλημα, που
είναι και το πιο ουσιαστικό. Τι κάνουν λοιπόν αυτοί οι άνθρωποι για να
καλυτερέψουν την ζωή τους; Τίποτα. Ένα απόλυτο τίποτα. Από τη μία φταίει το
κράτος αλλά από την άλλη φταίνε κι αυτοί που δεν διεκδικούν τίποτα. Γιατί σου
λέει ο έξυπνος, ότι από την στιγμή που δεν τους πειράζει να ζουν σε αυτή την
κατάσταση γιατί να τους προσφέρω κάτι καλύτερο; Στην αρχή της ταινίας ο πατέρας
της μικρούλας κοιτάει την πόλη μέσα από την βάρκα του και μας λέει ότι δεν τους
έχουν ανάγκη και ότι ο δικός τους κόσμος είναι καλύτερος. Το πρόβλημα της
ταινίας το οποίο είναι τεράστιο είναι ιδεολογικό. Ο σκηνοθέτης δείχνει να
θαυμάζει αυτή την στάση τους και παρουσιάζει αυτό τον τρόπο ζωής σαν ηρωικό.
Όταν μετά την πλημμύρα τους μεταφέρουν στο νοσοκομείο για εξετάσεις, οι
εξαθλιωμένοι δεν το θέλουν. Εξαγριώνονται και σηκώνονται και φεύγουν. Γυρίζουν
δηλαδή την πλάτη τους στην επιστήμη και την τεχνολογία. Το κράτος - έστω και
αυτό το μπουρδέλο που είναι - τους προσφέρει - έτσι φαίνεται στην ταινία -
δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψή και αυτοί αρνήθηκαν. Δεν εξήγησε όμως για
ποιο λόγο αρνήθηκαν. Έτσι λέει, επανάσταση.Μπράβο τους!!!Να τους κάνουμε σημαίες σαν τον Τσε. Εδώ εμείς στηνόμαστε στις ουρές για να κερδίσουμε κάποια ελάχιστα δικαιώματα που έχουν απομείνει και αυτοί λένε δεν τα θέλουν!!!Βεβαίως είναι άλλο πράγμα να διεκδικείς περισσότερα και να μην νομίζεις ότι με ψίχουλα μπορούν να σε αγοράσουν ,και άλλο πράγμα να μην θες έστω και αυτά τα στοιχειώδη που κερδίζονται από αγώνες, διαμαρτυρίες και που δίνονται από την εκάστοτε κυβέρνηση για λόγους πολιτικού κόστους. Άλλο λοιπόν το ένα ,άλλο λοιπόν το άλλο. Βεβαίως θα στηθώ στην ουρά για να πάρω αυτό το σκατένιο επίδομα ανεργίας ή το κοινωνικό μέρισμα ,αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή η ζητιανιά θα μου κλείσει το στόμα. Τα χαϊβάνια της ταινίας που τα αποθέωσαν όλοι ,δρουν τόσο αντιδραστικά, τόσο μηδενιστικά προς τις διεκδικήσεις που γίνονται, που αυτομάτως γίνονται ο νούμερο ένας εχθρός της φτωχολογιάς που διεκδικεί. Γιατί υπάρχουν πάντα δυο φτωχολογιές. Και όχι κυριε Benh Zeitlin δεν είναι καλύτερος ο δικός σας κόσμος. Ειναι ενας μίζερος κόσμος που δεν θα επρεπε να υπήρχε καν!!
Η ταινία εκτός από ιδεολογικά επικίνδυνα είναι και
γελοία. Γιατί μόνο γέλιο μπορεί να προκαλέσει το γεγονός ότι αυτά τα χαϊβάνια
που είναι οι ήρωες της ταινίας πρέπει εμείς να τα θαυμάζουμε. Αντί λοιπόν ο
σκηνοθέτης να ασκήσει μια κριτική, να εμβαθύνει λίγο παραπάνω στις τραγικές
συνθήκες - τις οποίες τις ξέρουμε όλοι, δεν λέει κάτι καινούριο η ταινία -
παρουσιάζει αυτούς τους αργόσχολους, τεμπέληδες σαν ήρωες. Παίρνει λοιπόν την
κάμερα στο χέρι και την κολλάει στην κουβανέζα η οποία όντως είναι ένα παιδί -
θαύμα γιατί η ερμηνεία της είναι εξαιρετικά ώριμη.
Να λοιπόν γιατί η ταινία αποθεώθηκε από όλους τους
πλούσιους, τον Ομπάμα και την Όπρα. Γιατί
θαυμάζει την φτωχολογιά που δεν αντιδρά, που δεν διεκδικεί τίποτα από αυτούς. -
Τι ηλίθιοι είναι;- Σου λέει εσένα που έχεις ένα σπιτάκι και ζητάς να πληρώσεις
.λιγότερους φόρους, λιγότερο ρεύμα, είδες αυτοί που ζούνε; Και όμως ούτε
φωνάζουν, ούτε δρόμους κλείνουν, ούτε τίποτα. Ίσα-ίσα μάλιστα πάμε να τους
προσφέρουμε κάτι κι αυτοί δεν τα θέλουν. Τα δέχονται όλα - σαν γνήσιοι φύλακες
- και προσπαθούν να φτιάξουν την ζωή τους με το μηδέν. Εσύ που παίρνεις 500
ευρώ το μήνα και πληρώνεις τα μισά σε λογαριασμούς είσαι τυχερός και αντί να το
βουλώσεις και να πεις Δόξα τον Κύριο που τα παίρνω κι αυτά φωνάζεις και
διαδηλώνεις για να πάρεις τίποτα παραπάνω, τόσο αχάριστος είσαι.
Ο Ομπάμα και η Όπρα που είναι γάτες και πιάσανε το
νόημα όπως και μια μερίδα του τύπου έχουν δίκιο από την πλευρά τους που την
θεωρούν αριστούργημα. Ο άλλος ο απλός λαός, ο εργαζόμενος και ο άνεργος που
αποθέωσαν και αυτοί την ταινία, τι να τους πεις; Αλλά τι να πεις σε ανθρώπους
που κλαψομουνίζουν από το πρωί μέχρι το βράδυ και τριγυρνάνε ακόμα σε καφενεία
και καφετέριες;
ΔΕΙΤΕ ΤΙ ΕΙΠΕ Ο ΞΕΝΟΣ ΤΥΠΟΣ
The Hollywood Reporter- Todd McCarthy
It's very much an art piece, to be sure, but it feels like a genuine one that, while meditated, speaks fluently and truly for the place, people and culture it so indelibly depicts.
Wall Street Journal
Στον κινηματογράφο οι ταινίες καταστροφής καταλήγουν σε νίκες μέσα από σενάρια με υψηλή τεχνολογία του μέλλοντος. Στην πραγματικότητα οι φυσικές καταστροφές δεν έχουν την παραμικρή σχέση με παραμύθια επιστημονικής φαντασίας. Η περίεργη ταινία «ΤΑ ΜΥΘΙΚΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ» μοιάζει με «προειδοποιητική» saga για τη «μέρα της κρίσης»... την οποία αφηγείται -μέσα από το δικό της βλέμμα- η εξάχρονη, ανυπεράσπιστη αλλά θαρραλέα Χάσπαπι. Η ταινία κατακλύζεται από αίσθηση επικείμενης καταστροφής που όλο και πλησιάζει απειλητικά τον «κόσμο» μας, ένα κόσμο που όλο και βυθίζεται... Η δύναμη αυτής της saga γεννά μαγεία... Είναι όντως σπάνιο, τα όνειρα, τα οράματα και οι φοβίες να ταυτίζονται σε μια αφήγηση, σε μια πανέμορφη ταινία. Σε ένα φιλμ τόσο ιδιαίτερο που δε μοιάζει με τίποτα που έχουμε δει στο παρελθόν... Φαντάζει σαν περίεργο, λαμπερό μαργαριτάρι η ταινία, που όμως κανείς δεν μπορεί να διευκρινίσει πού οφείλεται η αξία της, δεδομένου ότι το «περιεχόμενό» της είναι χύμα και συγκεχυμένο, καθόλου συγκροτημένο και γεμάτο αντιφάσεις που γεννιούνται από κάθε σκηνή...
Στο πολυβραβευμένο, αναμενόμενο, παρθενικό φιλμ του Μπεν Ζάιτλιν, πρωταγωνιστεί η εξάχρονη, ορφανή από μητέρα Χάσπαπι. Ζει αφημένη στην τύχη της, σ' ένα απομονωμένο περιβάλλον γεμάτο ημιάγρια ζώα. Μένει με τον αλκοολικό, άρρωστο πατέρα της στην κοινότητα «Μπανιέρα». Κατοικούν σε παραπήγματα, σε χαλάσματα απίστευτης βρωμιάς και μιζέριας, σε έναν πραγματικό σκουπιδότοπο ξεχασμένο από θεούς κι ανθρώπους στον αμερικάνικο νότο δίπλα και μέσα στα λασπόνερα της λιμνοθάλασσας, έξω από τα αναχώματα ενός τεράστιου φράγματος στην Νέα Ορλεάνη. Οι συνθήκες διαβίωσης είναι τόσο κακές που καμιά φορά είναι αδύνατο να ξεχωρίσεις αν πρόκειται για πραγματικότητα ή εφιάλτη, ίσως αυτά τα δύο να ταυτίζονται. Οι αρχές αυτό το ονομάζουν «μιζέρια». «Ζούμε στο πιο όμορφο μέρος της γης» λέει ο πατέρας της Χάσπαπι. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το εννοεί. Γιατί εκεί οι άνθρωποι έχουν επιλέξει να ζουν με τον τρόπο που ζουν -όπως μας λέει η ταινία με ελαφρώς δυσάρεστη περιγραφή- σαν ευτυχισμένα τέκνα της φύσης, μακριά από τον πολιτισμό. Τρέφονται με γαρίδες, καραβίδες και θαλασσινά που ψαρεύουν οι ίδιοι κι έχουν γιορτή οποτεδήποτε θελήσουν. Πίνουν όσο θέλουν και διδάσκουν στα παιδιά τους να ζουν σαν μέρος της φύσης.
Η «μαγνητική» μικρή αντιλαμβάνεται το φυσικό κόσμο σαν ένα εύθραυστο ιστό με το σύμπαν να εξαρτάται από το κατά πόσο τα στοιχεία που συνθέτουν τον ιστό δένουν αρμονικά μαζί. Η Χάσπαπι έχει ζωντανή φαντασία και αυτή είναι η δύναμή της. Οι κάκιστοι όροι διαβίωσης επιδεινώνονται ριζικά όταν μια καταιγίδα φουσκώνει τα νερά. Οταν ο πατέρας αρρωσταίνει σοβαρά και τα άγρια ζώα της φαντασίας ξυπνούν από τους παγωμένους τους τάφους η Χάσπαπι βρίσκει τη φυσική τάξη των αγαπημένων της πραγμάτων να καταρρέει. Ο σκηνοθέτης Μπεν Ζάιτλιν κατορθώνει να δώσει μια εικόνα των συνεπειών της κλιματικής απειλής, παίζοντας με το μύθο της Νέας Ορλεάνης καταφέρνει να δώσει στην καταστροφή ένα πρόσωπο, μετά τις Απόκριες με τη βραδιά γεμάτη πυροτεχνήματα να προϋπαντούν την Αποκάλυψη σε ένα γαϊτανάκι ζωής και θανάτου. Με τις εικόνες της καταστροφής να παραπέμπουν στη Λουιζιάνα... Απεγνωσμένη να αποκαταστήσει τη δομή του κόσμου της, να σώσει το σπίτι και να αποχαιρετήσει για ύστατη φορά τον πατέρα της, αυτή η μικρή θαρραλέα ηρωίδα πρέπει να μάθει να επιβιώνει...
Η ταινία με την καθηλωτική αφήγηση σφύζει από στοιχεία μαγικού ρεαλισμού όταν λιώνουν τα παγόβουνα, όταν τα γιγαντιαία βουβάλια του παρελθόντος ξανακατεβαίνουν στη γη και όταν η Χάσπαπι συναντά τον παράδεισο που περιγράφεται σαν πορνείο γεμάτο ζεστές γυναικείες αγκαλιές. Πρόκειται για παράξενο φιλμ, ό,τι συμβαίνει προκαλεί μόνο σύγχυση σε κάποιον που θέλει να νοηματοδοτεί αυτό που βλέπει. Εικαστικά καθηλωτική η ταινία με τη λογική όμως να κλοτσά αδιάλειπτα... ψευδό-ποιητική, ψευδό-φιλοσοφική, προϋπολογισμένη με το υποδεκάμετρο ή τυχαία αίσθηση ισορροπίας; Αγνωσται αι βουλαί του κυρίου Ζάιτλιν...
Στο πολυβραβευμένο, αναμενόμενο, παρθενικό φιλμ του Μπεν Ζάιτλιν, πρωταγωνιστεί η εξάχρονη, ορφανή από μητέρα Χάσπαπι. Ζει αφημένη στην τύχη της, σ' ένα απομονωμένο περιβάλλον γεμάτο ημιάγρια ζώα. Μένει με τον αλκοολικό, άρρωστο πατέρα της στην κοινότητα «Μπανιέρα». Κατοικούν σε παραπήγματα, σε χαλάσματα απίστευτης βρωμιάς και μιζέριας, σε έναν πραγματικό σκουπιδότοπο ξεχασμένο από θεούς κι ανθρώπους στον αμερικάνικο νότο δίπλα και μέσα στα λασπόνερα της λιμνοθάλασσας, έξω από τα αναχώματα ενός τεράστιου φράγματος στην Νέα Ορλεάνη. Οι συνθήκες διαβίωσης είναι τόσο κακές που καμιά φορά είναι αδύνατο να ξεχωρίσεις αν πρόκειται για πραγματικότητα ή εφιάλτη, ίσως αυτά τα δύο να ταυτίζονται. Οι αρχές αυτό το ονομάζουν «μιζέρια». «Ζούμε στο πιο όμορφο μέρος της γης» λέει ο πατέρας της Χάσπαπι. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το εννοεί. Γιατί εκεί οι άνθρωποι έχουν επιλέξει να ζουν με τον τρόπο που ζουν -όπως μας λέει η ταινία με ελαφρώς δυσάρεστη περιγραφή- σαν ευτυχισμένα τέκνα της φύσης, μακριά από τον πολιτισμό. Τρέφονται με γαρίδες, καραβίδες και θαλασσινά που ψαρεύουν οι ίδιοι κι έχουν γιορτή οποτεδήποτε θελήσουν. Πίνουν όσο θέλουν και διδάσκουν στα παιδιά τους να ζουν σαν μέρος της φύσης.
Η «μαγνητική» μικρή αντιλαμβάνεται το φυσικό κόσμο σαν ένα εύθραυστο ιστό με το σύμπαν να εξαρτάται από το κατά πόσο τα στοιχεία που συνθέτουν τον ιστό δένουν αρμονικά μαζί. Η Χάσπαπι έχει ζωντανή φαντασία και αυτή είναι η δύναμή της. Οι κάκιστοι όροι διαβίωσης επιδεινώνονται ριζικά όταν μια καταιγίδα φουσκώνει τα νερά. Οταν ο πατέρας αρρωσταίνει σοβαρά και τα άγρια ζώα της φαντασίας ξυπνούν από τους παγωμένους τους τάφους η Χάσπαπι βρίσκει τη φυσική τάξη των αγαπημένων της πραγμάτων να καταρρέει. Ο σκηνοθέτης Μπεν Ζάιτλιν κατορθώνει να δώσει μια εικόνα των συνεπειών της κλιματικής απειλής, παίζοντας με το μύθο της Νέας Ορλεάνης καταφέρνει να δώσει στην καταστροφή ένα πρόσωπο, μετά τις Απόκριες με τη βραδιά γεμάτη πυροτεχνήματα να προϋπαντούν την Αποκάλυψη σε ένα γαϊτανάκι ζωής και θανάτου. Με τις εικόνες της καταστροφής να παραπέμπουν στη Λουιζιάνα... Απεγνωσμένη να αποκαταστήσει τη δομή του κόσμου της, να σώσει το σπίτι και να αποχαιρετήσει για ύστατη φορά τον πατέρα της, αυτή η μικρή θαρραλέα ηρωίδα πρέπει να μάθει να επιβιώνει...
Η ταινία με την καθηλωτική αφήγηση σφύζει από στοιχεία μαγικού ρεαλισμού όταν λιώνουν τα παγόβουνα, όταν τα γιγαντιαία βουβάλια του παρελθόντος ξανακατεβαίνουν στη γη και όταν η Χάσπαπι συναντά τον παράδεισο που περιγράφεται σαν πορνείο γεμάτο ζεστές γυναικείες αγκαλιές. Πρόκειται για παράξενο φιλμ, ό,τι συμβαίνει προκαλεί μόνο σύγχυση σε κάποιον που θέλει να νοηματοδοτεί αυτό που βλέπει. Εικαστικά καθηλωτική η ταινία με τη λογική όμως να κλοτσά αδιάλειπτα... ψευδό-ποιητική, ψευδό-φιλοσοφική, προϋπολογισμένη με το υποδεκάμετρο ή τυχαία αίσθηση ισορροπίας; Αγνωσται αι βουλαί του κυρίου Ζάιτλιν...
ΤΑ ΠΑΝΥΓΗΡΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου