ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΜΕΡΑ ΤΟΥ ΝΤΕΝΙΣ ΛΕΧΕΙΝ
( Στάινμπεκ από την ανάποδη)
Εκείνη η μέρα δεν είναι πάρα η μέρα όπου για πρώτη φορά
στα χρονικά η αστυνομία μιας πόλης απεργεί. Εδώ μιλάμε για την αστυνομία της
Βοστώνης. 1400 αστυνομικοί κατέβηκαν σε απεργία η οποία και καταπνίγηκε από την
πολιτοφυλακή των ΗΠΑ. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η οκτωβριανή επανάσταση
δεν έφερε μονάχα σαρωτικές αλλαγές στην Ρωσία αλλά σαν τσουνάμι παρέσυρε και
τον υπόλοιπο κόσμο. Ειδικά στην Αμερική που άρχισε ένα τεράστιο κύμα διαδηλώσεων
απεργιών και καταλήψεων από μαύρους, ακτιβιστές, αναρχικούς, σοσιαλιστές, ακόμη
και από την ίδια την αστυνομία. Εκείνη την εποχή οι εργαζόμενοι δούλευαν 80 ώρες
την εβδομάδα παίρνοντας ψίχουλα και χωρίς καθόλου κοινωνικό κράτος.
«Είκοσι εννιά
σεντς την ώρα για εβδομήντα τρεις ώρες εργασίας την εβδομάδα. Χωρίς δικαίωμα
για υπερωρίες. Και αυτό ίσχυε για τους αστυφύλακες που περιπολούσαν τη μέρα,
όπως ο Ντάνι και ο Στιβ Κόιλ, που είχαν την προνομιακή βάρδια. Οι καημένοι οι
νυχτερινοί πληρώνονταν είκοσι πέντε σεντς την ώρα και δούλευαν ογδόντα τρεις
ώρες την εβδομάδα. Ο Ντάνι θα το έβρισκε εξοργιστικό αν δεν ήταν μέρος μιας
αλήθειας που την είχε αποδεχτεί από τη μέρα που περπάτησε: το σύστημα γαμούσε
τον εργαζόμενο. Η μόνη ρεαλιστική απόφαση που έπρεπε να πάρει κάθε άνθρωπος
ήταν αν θα πήγαινε κόντρα στο σύστημα και θα πεινούσε, ή θα έπαιζε μαζί του με
όσο σθένος χρειαζόταν ώστε καμιά από τις ανισότητες να μην ισχύει για εκείνον».
Σελ 59
Το πολύ ενδιαφέρον μυθιστόρημα του Ντένις Λεχειν πραγματεύεται
και εξιστορεί ακριβώς αυτό το γεγονός. Δυο είναι οι βασικοί χαρακτήρες του και ακριβώς
δίπλα τους αναπτύσσεται ένα γαϊτανάκι δευτερεύων χαρακτήρων.
Ο πρώτος χαρακτήρας
είναι ο αστυνομικός Ντάνι Κόλφιν ένας προοδευτικός αστυφύλακας που ανήκει στην
αστυνομία της Βοστώνης ο οποίος βιώνει
στο πετσί του όλη αυτήν την αδικία και εκμετάλλευση που υφίσταται το σώμα της αστυνομίας χωρίς
όμως να έχει ταξική συνείδηση.
«Οι Κόκκινοι δεν
με ενοχλούν πολύ. Μου φαίνονται ακίνδυνοι ως επί το πλείστων. Τυπώνουν τις προπαγανδιστικές φυλλάδες τους, πίνουν πολύ τα βράδια και καταλήγουν να ενοχλούν
τους γείτονες όταν αρχίζουν να τραγουδάνε δυνατά για τον Τροσκι και την Μητέρα Ρωσία».
Το όνειρό του είναι να πάρει προαγωγή που θα σημαίνει αυτομάτως
και έναν καλύτερο μισθό. Ο κολλητός του, Στιβ Κοιλ αστυνομικός και αυτός είναι οργανωμένος στο συνδικάτο της αστυνομίας και παίρνει
μέρος σε συνελεύσεις με σκοπό την καλυτέρευση των συνθηκών εργασίας. Του ζαλίσει
τον έρωτα ότι πρέπει και αυτός να οργανωθεί στο συνδικάτο και να παλέψουν με συλλογικότητα
για το καλύτερο. Ο Ντανι Κολφιν όμως ,έχει πατέρα, θείο και αδερφό επίσης στην αστυνομία.
Και μάλιστα ο πατέρας του και ο θείος του είναι υψηλόβαθμα στελέχη και όλοι
αντιριζοσπαστες.
«Είμαι εδώ» είπε
ο Στινταμ σηκώνοντας τα μάτια από το πούρο του «επειδή οι εργάτες σε αυτήν την χώρα
έχουν ξεχάσει τη θέση τους. Έχουν ξεχάσει, νεαρέ κύριε Κοφλιν ,ότι υπηρετούν σύμφωνα
με την κρίση εκείνων που πληρώνουν τους μισθούς τους και ταΐζουν τις οικογένειές
τους. Ξέρεις τι ζημιά μπορεί να κάνει μια δεκαήμερη απεργία;» σελ 111
Η άρχουσα τάξη
λοιπόν ανησυχεί μήπως συμβεί και σε αυτούς
ότι συνέβη και στους Ρώσους και μάλιστα περιμένουν κατάλυση του πολιτεύματος
την πρωτομαγιά του 2019. Και έτσι αρχίζουν και παίρνουν μέτρα. Προσπαθούν να μην πιαστούν στον ύπνο. Και
ξεκινάνε δράση.
«Θα κυνηγήσουμε
τους ανατρεπτικούς. Αυτούς που απειλούν την χώρα». σελ 112
Με κατασκοπία, σπιούνους και άγριο ξύλο πριν ακόμη το κίνημα
γιγαντωθεί. Πιστεύουν ότι οι αδικημένοι της Αμερικής θα κάνουν ένοπλη επανάσταση
και προετοιμάζονται. Στέλνουν λοιπόν τον Ντανι σε αποστολή. Να παρεισφρήσει
στον συνδικάτο των αστυνομικών και να αρχίσει να τους δίνει πληροφορίες με σκοπό
την προαγωγή του.
«Αν μας πεις
αυτά που χρειαζόμαστε να μάθουμε για την υποδομή αυτού του υποτιθέμενου συνδικάτου
των αστυνομικών και αν εισχωρήσεις σε μια ριζοσπαστική ομάδα που θα επιλέξουμε εμείς
και γυρίσεις με τις απαραίτητες πληροφορίες που θα αποτρέψουν μια οργανωμένη βίαιη
ανατρεπτική ενέργεια θα σε βάλουμε πρώτο στη σειρά» σελ 112
Έτσι ο Ντανι λαμβάνει δράση. Όμως η επαφή με συναδέλφους
του και η τριβή με όμοιούς του θα τον κάνουν να συνειδητοποιήσει ότι είναι κι αυτός
στην ίδια μοίρα.
«Αυτό ωστόσο που
δεν μπορούσε να καταλάβει με τίποτα ο Ντανι ήταν γιατί τα παράνομα ή στοχοποιημένα συνδικάτα είχαν τη μοίρα που είχαν. Τις περισσότερες
φορές αυτό που καταδικάζονταν ως προδοτική ρητορεία δεν ήταν τίποτα περισσότερο
από έναν άνθρωπο που στέκονταν μπροστά σε ένα πλήθος και απαιτούσε να έχει ανθρώπινη
μεταχείριση» σελ 180
«Α ,ναι. Οι δρόμοι
είναι στρωμένοι με χρυσάφι. Η μεγάλη Αμερική, όπου κάθε άνθρωπος μπορεί να κάνει
περιουσία. Τι γίνεται όμως με αυτούς που δεν κάνουν περιουσία; Τι γίνεται με
τους εργάτες, αστυφύλακα Ντανι; Ναι; Δουλεύουν, δουλεύουν , δουλεύουν, και αν αρρωστήσουν
από τη δουλειά, η εταιρεία λέει “ Πηγαίνετε στα σπίτια σας και μην ξαναγυρίσετε”.
Και αν πάθουν ατύχημα στη δουλειά; Το ίδιο. Εσείς οι Αμερικανοί μιλάτε για την ελευθερία
σας, αλλά εγώ βλέπω σκλάβους που νομίζουν ότι είναι ελεύθεροι. Βλέπω εταιρείες
να μεταχειρίζονται παιδιά και οικογένειες σαν γουρούνια» σελ193
Ο Ντάνι μετα από λίγο καιρό εγκαταλείπει την αποστολή. Οι μυστικές υπηρεσίες όμως με
ένα πράκτορα τον ικανότατο Τζει Έντγκαρ Χουβέρ θα πιαστούν από ένα λάθος του
και θα τον εκβιάσουν. Μια νέα αποστολή για τον Ντανι είναι μονόδρομος. Αυτή την φορά όμως ο
Ντανι θα αλλάξει ταυτότητα και θα υποδυθεί έναν εργάτη με σκοπό να διεισδύσει
στα συνδικάτα των εργατών και να ‘ρθει σε επαφή με τον αρχηγό του συνδικάτου
Φρινα, ο οποίος το 1919 ήταν αυτός που ίδρυσε το Κομουνιστικό Κόμμα Αμερικής ,
και να αποσπάσει πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει η οργάνωση και
διάφορες λεπτομέρειες για την δράση τους. Εκεί θα αρχίζει να διχάζεται πάλι κάτι
το οποίο είναι παρόν σε όλη τη βιβλιογραφία του συγγραφέα.
«Με συγχωρείς »,είπε ο Ντανι «Υπάρχει ένα τεράστιο βαρέλι
γεμάτο σκατά. Με καταλαβαίνεις; Και μέσα στο βαρέλι…»
«Πρόσεχε πως μιλάς».
« …δεν ζει η άρχουσα τάξη και οι έχοντες. Σωστά; Εκεί μέσα
πετάνε όλες τις γαμημένες συνέπειες που δεν θέλουν να σκέφτονται. Και η ιδέα…»
«Βρίσκεσαι στον οίκο του θεού».
«…η ιδέα…πάτερ…Η ιδέα είναι ότι πρέπει να παίζουμε το παιχνίδι
τους και να εξαφανιζόμαστε όταν τελειώνουν με εμάς. Να δεχόμαστε αυτά που μας δίνουν
,να τα πίνουμε, να τα τρώμε, να τα χειροκροτούμε και να λέμε: “Μμμμ, κι άλλο, παρακαλώ.
Ευχαριστώ”. Εκατομμύρια άνθρωποι σκοτώθηκαν στη Γαλλία και στη Γερμανία χωρίς λόγο
και τώρα προσπαθούν να μας πουλήσουν και άλλες τέτοιες μαλακίες, κι εγώ, πάτερ,
πρέπει να σου πω, δεν αντέχω άλλο».
«Φύγε αμέσως από την εκκλησία». Σελ 357
Η αποστολή λοιπόν του Ντανι γίνεται για να ξεδιπλώσει ο
Λεχειν το ταλέντο του. Μαθαίνουμε λεπτομέρειες για την ζωή και τις συνθήκες της
εργατιάς. Μαθαίνουμε για τα διάφορα ρεύματα στο εργατικό κίνημα που εκείνη την εποχή
το 1918 ήταν ένα μείγμα από αναρχικούς που έβαζαν βόμβες, σοσιαλιστές, ακτιβιστές,
κομμουνιστές, απλούς ριζοσπάστες και μαύρους που απλά ήθελαν καλυτέρευση τρόπου
ζωής. Όλα αυτά δοσμένα με μια τρομερή υπευθυνότητα από τον Λεχειν και με άψογη γνώση
της πολιτικής ιστορίας, όχι μόνο της Βοστώνης, αλλά και της Αμερικής. Τα κίνητρα
του κάθε ρεύματος και οι επιλογές του εξηγούνται με απόλυτη σαφήνεια και κυρίως
σεβασμό στα πιστεύω τους.
«Κάθε μέρα πεθαίνουν άνθρωποι. Στο Νορθ Εντ , στο Γουέστ
Εντ ,στην Νότια Βοστώνη, στο Τσέλσι. Και αυτό που τους σκοτώνει είναι ένα. Η φτώχια.
Αυτό μόνο. Πολύ απλά. Ξέρεις τι λένε οι άνθρωποι όταν τους το λες αυτό; Λένε “Και
τι μπορώ να κάνω εγώ;” Λες και αυτή είναι η σωστή απάντηση. Τι μπορεί να κάνεις
εσύ; Μπορείς να βοηθήσεις γαμώτο. Αυτό μπορεί να κάνεις ,σκατομπουρζουά. Τι μπορείς
να κάνεις; Τι δεν μπορείς να κάνεις; Να σηκώσεις τα γαμημένα τα μανίκια, να σηκώσεις
τον γαμημένο, χοντρό κώλο σου, να σηκώσεις
τον ακόμη πιο χοντρό γαμημένο κωλο της γυναίκας σου από τον καναπέ, και να πας εκεί που οι σύντροφοί σου- ο αδελφός
και η αδελφή σου, οι γαμημένοι συνάνθρωποί σου- πεθαίνουν κυριολεκτικά από την πείνα.
Και να κάνεις ότι διάολο χρειάζεται για να τους βοηθήσεις. Αυτό μπορείς να κάνεις ,γαμώτο». σελ 281
Το
οδοιπορικό του Ντανι όμως δεν είναι τόσο εύκολο. Ο Ντανι δεν αντέχει.
Εγκαταλείπει και αυτήν την αποστολή γιατί νιώθει ότι κάτι γίνεται λάθος.
«Τι κάνουμε εδώ Εντι;»
«Είναι ωραία βραδιά».
«Όχι. Εννοώ με την έρευνα».
«Κυνηγάμε ριζοσπάστες. Προστατεύουμε και υπηρετούμε αυτή
την υπέροχη χώρα».
….
« Κανείς δεν μιλάει για την πρωτομαγιά. Όχι με τον τρόπο
που περιμένουμε τέλος πάντων».
« Ε, δεν θα βγάζανε και ντελάλη κιόλας, δεν θα έβγαιναν
στις ταράτσες να διαλαλήσουν τους σκοτεινούς σκοπούς τους, έτσι δεν είναι; Ούτε
ένα μήνα δεν έχεις περάσει μαζί τους».
«Όλο λόγια είναι. Μόνο αυτό κάνουν, μιλάνε».
«Οι αναρχικοί;»
«Όχι», είπε ο Ντανι « Αυτοί είναι τρομοκράτες. Οι
υπόλοιποι όμως; Με έχεις βάλει να κατασκοπεύω συνδικάτα υδραυλικών, ξυλουργών,
όποια σοσιαλιστική ομαδούλα της πλάκας υπάρχει. Γιατί; Για ονόματα; Δεν
καταλαβαίνω».
«Δηλαδή να κάτσουμε να περιμένουμε να μας ανατινάξουν και
μετά να αποφασίσουμε να τους πάρουμε στα σοβαρά;»
«Ποιοι; Οι υδραυλικοί;»
«Σοβαρέψου».
«Οι μπολσεβίκοι;» είπε ο Ντανι. «Οι σοσιαλιστές; Δεν ξέρω
αν μπορούν να ανατινάξουν τίποτε άλλο εκτός από τα πνευμόνια τους έτσι όπως φωνάζουν».
«Είναι τρομοκράτες».
«Είναι διαφωνούντες». Σελ 279
Ο Ντανι λοιπόν δεν αντέχει το βάρος της αποστολής και αποσύρεται.
Όμως το σύστημα δεν θα του την χαρίσει έτσι εύκολα. Θα μεταφερθεί στις μονάδες
της αστυνομίας με σκοπό την διάλυση των απεργιών, τον ξυλοδαρμό απεργών και την
διατήρηση της τάξης. Εκεί θα πάρει μέρος σε μάχες σώμα με σώμα τις οποίες ο
Λεχειν τις περιγράφει σαν με την δεινότητα ενός Στάινμπεκ . Ο συγγραφέας οδηγεί
τον διχασμό του Ντανι στα άκρα και τον φτάνει μέχρις εσχάτου σημείου. Το ψυχογράφημα
του Ντάνι είναι συγκλονιστικό και δομημένο στην εντέλεια. Χαρακτήρας εξαιρετικά
πολυεπίπεδος που συνεχώς ταλανίζεται από ηθικά διλλήματα είναι σίγουρα ο κορυφαίος
χαρακτήρας που δημιούργησε ο συγγραφέας.
«Ο Ντανι σκέφτηκε να επιστρέψει στο δωμάτιο του στην οδό
Σαλεμ και να καθίσει μόνος, να βάλει το υπηρεσιακό του περίστροφο στο στόμα
του, να το ακουμπήσει στα δόντια του και να νιώσει τη μεταλλική κάννη στην
γλώσσα του. Στον πόλεμο είχαν σκοτωθεί εκατομμύρια. Για τίποτε άλλο παρά για
ένα κομμάτι γης. Και να που στους δρόμους όλου του κόσμου συνεχίζονταν η ίδια
μάχη. Εκείνη τη μέρα στη Βοστώνη, την επόμενη κάπου αλλού. Οι φτωχοί πολεμούσαν
εναντίον των φτωχών. Όπως έκαναν πάντα. Όπως τους προέτρεπαν να κάνουν. Και
αυτό δεν θα άλλαζε ποτέ. Τελικά το συνειδητοποίησε. Αυτό δεν θα άλλαζε ποτέ».
Σελ 515
«Το ερώτημα παρέμενε -και προβλημάτιζε τον Ντανι σε όλη
του την ζωή-τι ακριβώς ήταν αυτό το καλό» σελ 108.
Σε αυτήν την φράση κρύβεται όλο το νόημα και όλη η
αναζήτηση του Ντένις Λεχειν. Είναι κάτι
το οποίο αναρωτιέται σε όλα του τα μυθιστορήματα όπως στο gone babby gone όπου αναρωτιέται αν το νόμιμο είναι και ηθικά σωστό. Και ίσως
να είναι κάτι που να τυραννάει και τον ίδιο τον συγγραφέα σαν άνθρωπο. Ο Λεχειν
σαν στοχαστής που είναι, ακόμη δεν έχει δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση.
Ο δεύτερος
χαρακτήρας είναι ο Λούθερ ένας μαύρος ταλαίπωρος που κι αυτός επίσης δεν έχει ταξική
συνείδηση. Λατρεύει μπέιζμπολ και άνθρωπος
για όλες τις δουλειές. Κάπως απείθαρχος, ανεύθυνος με ροπή προς το ποτό και στα
γλέντια. Παντρεύεται μια καλοσυνάτη γυναίκα που ανήκει σε θρήσκα οικογένεια και
μένουν όλοι μαζί. Αυτός ο τρόπος ζωής όμως δεν τον εκφράζει. Βγάζοντας ψίχουλα
ενώ δουλεύει εξαντλητικά αρχίζει και κάνει τα θελήματα για τον τοπικό γκάνγκστερ.
Το πράγμα όμως κάπου στραβώνει και αναγκάζεται να τον σκοτώσει. Είναι πλέον σίγουρο
ότι η μαφία θα τον αναζητήσει. Έτσι ο Λούθερ είναι αναγκασμένος να φύγει από
την πολιτεία που έμενε αφήνοντας την γυναίκα του πίσω που δεν θέλει να τον ακολουθήσει.
Το οδοιπορικό και αυτουνού ξεκινάει ώσπου
καταλήγει στην Βοστώνη. Και που νομίζετε έπιασε δουλειά? Στο σπίτι του πατέρα
του Ντανι που είναι υπαστυνόμος, σαν υπηρέτης.
Στο οδοιπορικό του Λούθερ ο Λεχειν στήνει πάλι ένα υπέροχο σκηνικό. Μαθαίνουμε
για τον τρόπο που αντιμετωπίζονταν οι μαύροι, τα βασανιστήρια οι εξευτελισμοί
από μερίδα του κόσμου, μαθαίνουμε επίσης για το πως τους αντιμετώπιζαν οι προοδευτικοί
πλούσιοι και γίνεται μια άψογη κι εδώ περιγραφή των πόλεων και των συνθήκων που
επικρατούσαν στην υγιεινή στην ασφάλεια και τους δρόμους. Ο Λεχειν έχει καταφέρει
κάτι εκπληκτικό. Και σε αυτά τα δυο οδοιπορικά εκτός του ότι έχει κάνει μια τέλεια
αναπαράσταση εποχής με άψογα σκηνικά κοστούμια και ατμόσφαιρα έχει τοποθετήσει
και ιστορικά πρόσωπα τα οποία χέουν μικρό αλλά καταλυτικό ρόλο. Ευγένιος Ο Νηλ
Τζακ Ριντ, ο σούπερ σταρ του Μπέιζμπολ
Μπειμπ Ρουθ ο Τζει Έντγκαρ Χούβερ κ.α . Επίσης δεν παρασύρεται από συναισθηματισμούς
και αφέλειες δακρύβρεχτων μυθιστορημάτων και πολιτικών καταγγελιών τύπου σοσιαλιστικού
ρεαλισμού για να κάνει μια απλοϊκή αντιπαράθεση . Περιγράφει και τον κόσμο της εργατικής
τάξης και της αστυνομίας αλλά και τους μαύρους εξαιρετικά πολύπλοκα δίνοντας έτσι
πολύ μεγάλο βάθος στο κοινωνικοπολιτικό κομμάτι του έργου που ασφαλώς έχει και περισσότερο βάρος. Άνθρωποι με τις μικρότητές
τους τα χούια τους τα αρνητικά τους και τα θετικά του, και σχολιάζει πότε την ατολμία
πότε την υπερεπαναστατικοτητα εντελώς διακριτικά.
Από κει
και πέρα έχουμε τους δεύτερους χαρακτήρες όπου ξεχωρίζουν ο σκληροτράχηλος Τόμας
Κολφιν, πατέρας του Ντανι, ένα σκυλί πραγματικό που δεν μασάει πουθενά, ο θείος
του Ντανι, Έντι Μακένα μια πληθωρική παρουσία, ένας πραγματικός διάολος που θυμίζει
Ιαβέρη ο οποίος δεν θα ησυχάσει εάν δεν εξοντώσει
τον Λούθερ “Το είδος του κακού που κατατρώει τα πάντα μέχρι να πεθάνει” και ο
πιο διάσημος Αμερικανός εκείνη την εποχή ο αστέρας του μπέιζμπολ Μπειμπ Ρουθ.
Θεωρώ τον χαρακτήρα
του Ρουθ κάπως ανολοκλήρωτο. Λειτουργεί σαν αντίστιξη με τους βασικούς χαρακτήρες
και ίσως ο Λεχειν τον έβαλε εκεί ώστε να
δούμε πως βλέπουν τα πράγματα οι Σταρ, οι οποίοι κι αυτοί στην τελική, υπάλληλοι
είναι. Μάλιστα ο συγγραφέας κάνει κάτι εκπληκτικό. Φέρνει σε αντίστιξη αυτόν ,που
με την μετεγγραφή που κέρδισε , είναι πλέον ο πιο διάσημος και ακριβοπληρωμένος
αθλητής στον κόσμο ,και τον Ντανι όπου σχεδόν τα έχει χάσει όλα. Ο Ντανι αν και
ηττημένος είναι νικητής. Ο Ρουθ αν και νικητής δεν μπορεί να διώξει αυτό το συναισθηματικό
κενό και την αίσθηση της μοναξιάς που έχει
μέσα του.
Ο συγγραφέας κορυφώνει την δράση του, όπου όλοι
οι χαρακτήρες του πλην του Ρουθ, θα έρθουν αντιμέτωποι με την καταστροφή και
τον όλεθρο, την ημέρα της απεργίας. Η περιγραφή του είναι συγκλονιστική καθώς
την αναπτύσσει σε 100 σελίδες και θυμίζει
τις Συμμορίες της Νέας Υόρκης του Σκορσεζε. Εδώ όμως υπάρχουν και κάποια ιδεολογικά
προβλήματα. Η απεργία των αστυνομικών τσακίζεται. Και τσακίστηκε γιατί η Αμερικάνικη
Εργατική Ομοσπονδία δεν στήριξε την απεργία. Οι επικεφαλής της αστυνομίας εκλιπαρούσαν
για απεργία συμπαράστασης από την εργατική τάξη η οποία όμως δεν ήρθε ποτέ. Αυτό
είναι βεβαίως κάτι που έγινε στα αλήθεια. Πρέπει όμως να αναλυθεί για ποιον λόγο
δεν έγινε μια τέτοια ένωση και όχι να περάσει έτσι στο ντούκου. Γιατί αν περάσει
έτσι οδηγούμαστε σε ένα συμπέρασμα ότι οι ήρωες είναι οι αστυνομικοί και όλο αυτό
το μακελειό οφείλονταν στην εργατική τάξη. Μόνο λίγο πριν ξεσπάσει η απεργία όπου
έχουμε τις διαπραγματεύσεις με τους επικεφαλής της Εργατικής Ομοσπονδίας μαθαίνουμε
για πιο λόγο οι εργάτες δεν είναι τόσο θερμοί ώστε να αγκαλιάσουν την απεργία
των αστυνομικών. Δεν θέλουν να υποστηρίξουν αυτούς που τους βαράγανε όταν κατέβαιναν
σε απεργία οι ίδιοι. Αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα από το οποίο προκύπτει ένα
μεγάλο ερώτημα. Για πιο λόγο εγώ να νοιάζομαι για την απεργία μπάτσων; Για πιο λόγο
ένας αναγνώστης που στην πλειοψηφία θα είναι και εργαζόμενος να νοιαστεί για κάποιους
μπάτσους που ζητάνε αύξηση και καλυτέρευση συνθήκων εργασίας για να μπορούνε
μετά να με βαράνε με χαρά; Αυτό το μεγάλο ζήτημα ο Λεχειν το αφήνει φλου. Και εδώ
είναι το σφάλμα του. Το μυθιστόρημα φαντάζει πως δημιουργήθηκε με τις ευλογίες της
αστυνομίας και του κράτους. Είναι σαν να λέει η άρχουσα τάξη, τι κακό που κάναμε
που σας αφήναμε απλήρωτους ενώ ξέρουμε ότι σε σας οφείλονται όλα. Είναι σαν το υπουργείο
δημόσιας τάξης να βρήκε στο πρόσωπο του Λεχειν τον δικό του Στάινμπεκ. Η αλήθεια
είναι πως οι μεγάλοι μαρξιστές συγγράφεις της Αμερικής -Στάινμπεκ -Λοντον- Σίνκλαιρ-
θα προσέγγιζαν το πράγμα από εντελώς διαφορετική οπτική γωνία. Ο Λεχειν δεν είναι
φυσικά μαρξιστής. Είναι αστός. Και βλέπει τα πράγματα μέσα απ’ αυτό το πρίσμα. Επειδή
όμως είναι και πολύ κάλος συγγραφέας κρατάει αποστάσεις. Δεν παίρνει ξεκάθαρα θέση.
Καταγράφει τα γεγονότα με πολύ εντυπωσιακό τρόπο και στέκεται δίπλα στους χαρακτήρες
του με αγάπη. Στο τέλος όλοι οι αστυνομικοί
που συμμετείχαν στην απεργία απολύονται. Αλλά τα αίτημά τους ικανοποιήθηκαν.
Και νίκη και ήττα. Ο Λεχειν δεν κρίνει. Αφήνει τον αναγνώστη να κρίνει αν η απεργία
έφερε κάποια νίκη. Δεν κρίνει αν άξιζε όλος αυτός ο αγώνας. Στο μόνο που παίρνει
θέση είναι για την Αμερικάνικη Εργατική Ομοσπονδία την οποία θεωρεί ότι πρόδωσε
τους αστυνομικούς. Αυτό το λέει ο βασικός χαρακτήρας ο Ντανι. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει
ότι οι απόψεις ενός χαρακτήρα ταυτίζονται με τις απόψεις του συγγραφέα, ακόμη και αν τις
εκφέρει ο βασικός πρωταγωνιστής. Εδώ όμως
με κάνει να πιστεύω κάτι τέτοιο, για τον λόγο ότι ο Λεχειν δεν δημιούργησε κάποιον
αντίλογο. Δεν έδωσε βάθος σε αυτήν την μοιραία απόφαση. Το έργο όμως δεν μπορεί
να χαρακτηριστεί αντιδραστικό. Ασαφές θα το έλεγα.
Εν κατακλείδι
το μυθιστόρημα «Εκείνη την μέρα» του σπουδαίου συγγραφέα Ντενις Λεχειν είναι ένα
πολύ εντυπωσιακό ανάγνωσμα. Η γραφή του δεν έχει κάποια ποιητικότητα η λυρισμό όπως
ενός Λοντον για παράδειγμα, είναι ωμή βίαιη και ξερή σαν να βλέπεις ταινία του
Σκορσεζε. Το έργο δεν γίνεται ποτέ επαναλαμβανόμενο και φλύαρο παρά τον μεγάλο
του όγκο ,κάτι το οποίο από μόνο του είναι ένα επίτευγμα. Στα συν του είναι και
η πολύ απλή πλοκή του που κάνει την ανάγνωση να τρέχει σαν νεράκι. Δεν υπάρχουν
τα δαιδαλώδες παρακλάδια που υπάρχουν ας πούμε σε έναν Ελρου και η δομή του είναι
πολύ στέρεη και πυκνή. Επίσης ο συγγραφέας βάζει και δυο ερωτικές ιστορίες –
μια για τον κάθε πρωταγωνιστή του – τις οποίες πολύ σοφά τις κορυφώνει διακριτικά
πάντα παιγμένες στην ελάσσονα και ποτέ στην μείζονα, δίνοντας έτσι στο μυθιστόρημά
του και συναισθηματικό βάρος. Ο αναγνώστης που θα το πάρει απόφαση να βουτήξει
σε αυτόν τον κόσμο σίγουρα θα το ευχαριστηθεί αρκεί να τον νοιάζουν τέτοια μεγάλα
κοινωνικοπολιτικά και ιστορικά θέματα και όχι απλώς να διαβάζει ένα βιβλίο για
να σκοτώσει την ώρα του προσπαθώντας να βρει έναν δολοφόνο ή να συγκινηθεί με ερωτικά
δράματα για χαζονυκοκυρες.
Η έκδοση του
βιβλίου είναι υπέροχη. Μεγάλος μέγεθος, υψηλή ευκρίνεια στην γραμματοσειρά και χαρτί
σαμουά εκατοστάρι δίνουν στο βιβλίο όγκο βάρος και κύρος που το καθιστούν ανάγνωσμα
γραφείου και όχι παραλίας και λεωφορείων.